δρουγγάριος του πλωίμου, ο
Ο αρχηγός του τμήματος του στόλου που ναυλοχούσε στην Κωνσταντινούπολη και ονομαζόταν «βασιλικόν πλώιμον». Αναφέρεται πρώτη φορά περί τα μέσα του 9ου αιώνα (Τακτικόν του Ουσπένσκι).
|
εγκύκλιος παιδεία, η
Το δεύτερο στάδιο της βυζαντινής εκπαίδευσης. Ο μαθητής εισερχόταν σε αυτό σε ηλικία περίπου δώδεκα ετών. Αντικείμενο διδασκαλίας ήταν η γραμματική, η ρητορική και η διαλεκτική.
|
μέγας δομέστικος, ο
Ανώτατος στρατιωτικός διοικητής. Το αξίωμα του μεγάλου δομεστίκου αντικατέστησε σε απροσδιόριστο χρόνο το αξίωμα του δομεστίκου των σχολών της Μέσης Βυζαντινής περιόδου. Κατά τον 11ο-12ο αιώνα ο μέγας δομέστικος διοικούσε τα ξεχωριστά στρατεύματα της Ανατολής και της Δύσης. Το 13ο αιώνα, ωστόσο, ο διαχωρισμός αυτός είχε εκλείψει. Ιεραρχικά τοποθετείται μετά τον πρωτοβεστιάριο και το μέγα στρατοπεδάρχη, ενώ το 14ο αιώνα μετά τον καίσαρα. Ως ανώτατος τίτλος δινόταν επίσης σε στενούς συγγενείς του αυτοκράτορα.
|
μέγας λογοθέτης, ο
Ο μέγας λογοθέτης ήταν ο επικεφαλής της πολιτικής διοίκησης του βυζαντινού κράτους. Το αξίωμα του μεγάλου λογοθέτη εμφανίστηκε την περίοδο της βασιλείας του Ισαάκ Β΄ Αγγέλου (1185-1195) και αντικατέστησε εκείνο του λογοθέτη των σεκρέτων, το οποίο δημιουργήθηκε στα χρόνια του Aλεξίου A΄ Kομνηνού (1081-1118) για τον έλεγχο όλων των πολιτικών υπηρεσιών από ένα πρόσωπο.
|
μέγας στρατοπεδάρχης, ο
Υψηλό στρατιωτικό αξίωμα που δημιουργήθηκε επί Θεοδώρου Β΄ Λασκάρεως και αφορούσε κυρίως τον εξοπλισμό και τις προμήθειες των στρατιωτικών δυνάμεων της αυτοκρατορίας. Με το αξίωμα αυτό τιμήθηκε για πρώτη φορά στα μέσα του 13ου αιώνα ο Γεώργιος Μουζάλων. Το 14ο και 15ο αιώνα ο μέγας στρατοπεδάρχης ήταν επικεφαλής στρατιωτικών μονάδων. Στην Aυτοκρατορία της Τραπεζούντας δήλωνε τον αρχηγό των πεζικών δυνάμεων.
|
πρωτοβεστιάριος, ο (και πρωτοβεστιαρίτης)
Ανώτερος αυλικός, υπεύθυνος του βασιλικού βεστιαρίου, της βασιλικής ιματιοθήκης. Το αξίωμα απονεμόταν σε ανώτατους αξιωματούχους και μελλοντικούς αυτοκράτορες. Αρχικά ο πρωτοβεστιάριος ήταν υπεύθυνος για το αυτοκρατορικό ιματιοφυλάκιο. Από τον 9ο έως τον 11ο αιώνα, οπότε το αξίωμα εξελίσσεται σε τιμητικό τίτλο, ο ρόλος του πρωτοβεστιαρίου μεταβάλλεται: εμφανίζεται πλέον ως επικεφαλής στρατευμάτων, ως υπεύθυνος για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων με σκοπό την υπογραφή ειρήνης, καθώς και για τη διερεύνηση υποθέσεων συνωμοσίας κατά του αυτοκράτορα. Το 14ο αιώνα ο τίτλος παραχωρείται ιεραρχικά ανάμεσα σε αυτούς που έχουν τα υψηλότερα αξιώματα.
|
πρωτοκυνηγός, ο
Τίτλος και αξίωμα που εμφανίζεται τον 13ο αιώνα. Ο πρωτοκυνηγός ήταν επικεφαλής των κυνηγών και είχε την ευθύνη της οργάνωσης των βασιλικών κυνηγιών στα οποία χρησιμοποιούνταν σκύλοι και ήταν επικεφαλής της ομάδας των ανθρώπων που οδηγούσαν τα κυνηγόσκυλα. Ο τίτλος δόθηκε σε σημαντικά πρόσωπα, π.χ. στο Θεόδωρο Μουζάλωνα από τον Θεόδωρο Β΄ Λάσκαρι.
|
πρωτοσεβαστός, ο
Υψηλό βυζαντινό αξίωμα που απονεμόταν συνήθως σε κοντινούς του αυτοκράτορα αξιωματούχους. Ο τίτλος εισήχθη από τον Αλέξιο Α΄ Κομνηνό. Το 12ο αιώνα απονέμεται σε στενούς συνεργάτες του αυτοκράτορα και σε μέλη οικογενειών ευγενικής καταγωγής, όπως οι Παλαιολόγοι, οι Ταρχανειώτες, οι Ραούλ και οι Μετοχίτες.
|