καπνικόν, το
Είδος φόρου που εμφανίζεται για πρώτη φορά στις πηγές στις αρχές του 9ου αιώνα, ως φόρος στον οποίο υπόκεινταν οι πάροικοι. Η ονομασία του προήλθε από το γεγονός ότι ο υπολογισμός του γινόταν ανά «καπνό», δηλαδή οίκο.
|
στρατηγός, ο
Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο τα καθήκοντα του στρατηγού ήταν πολιτικά. Στη Μέση Βυζαντινή περίοδο ο στρατηγός ήταν αξιωματούχος επικεφαλής του θέματος (στρατός και περιοχή δικαιοδοσίας)· συγκέντρωνε στα χέρια του τόσο στρατιωτική όσο και πολιτική εξουσία. Κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο περιορίστηκε στο στρατιωτικό ρόλο του.
|
τάγματα, τα
Κατά τη Μέση Βυζαντινή περίοδο ήταν οι στρατιωτικές μονάδες που στάθμευαν στην Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της. Τα κυριότερα ήταν των Σχολών, των Εξκουβιτών (προερχόμενα από αντίστοιχες μονάδες της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου και συγκροτημένα σε αυτοκρατορική φρουρά και κεντρικό στρατό κρούσης από τον Κωνσταντίνο Ε΄), της Βίγλας (ιδρύθηκε από την Ειρήνη την Αθηναία) και των Ικανάτων (ιδρύθηκε από το Νικηφόρο Α΄). Κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο τα τάγματα τα συγκροτούσαν κατά κανόνα μισθοφόροι με επικεφαλής τον άρχοντα, δηλαδή αξιωματικό επιφορτισμένο με κάποιο από τα ανώτατα στρατιωτικά αξιώματα.
|
τουρμάρχης, ο
Πολιτικός και στρατιωτικός διοικητής τούρμας, υποδιαίρεσης του θέματος.
|
υγρόν πυρ, το
Εμπρηστικό μείγμα με βάση το αργό πετρέλαιο (νάφθα), το οποίο εκτοξευόταν με τη βοήθεια καταθλιπτικής αντλίας. Η χρήση του διαδόθηκε στο Βυζάντιο στα τέλη του 7ου αιώνα και αποτέλεσε ένα από τα ισχυρότερα όπλα του βυζαντινού ναυτικού έως την εμφάνιση των πυροβόλων όπλων.
|
Φοιδεράτοι, οι
Ύστερη Αρχαιότητα: Βαρβαρικής καταγωγής αρχικά σύμμαχοι της αυτοκρατορίας, στους οποίους επιτρεπόταν η εγκατάσταση σε ρωμαϊκά εδάφη με την προϋπόθεση να παρέχουν στρατιωτικές υπηρεσίες. Στη συνέχεια, από τον 6ο αιώνα, αποτελούν επίλεκτη στρατιωτική μονάδα.Βυζάντιο: Από τον 7ο αιώνα το όνομα Φοιδεράτοι το έφερε η αρχαιότερη τούρμα του θέματος των Ανατολικών (από το λατ. foederati = σύμμαχοι).
|
χαλίφης, ο
O ανώτατος θρησκευτικός και πολιτικός αρχηγός των μουσουλμάνων, θεωρούμενος διάδοχος του Mωάμεθ (αραβ. khalifa = τοποτηρητής). Ήταν ο επικεφαλής του χαλιφάτου, του θρησκευτικού κράτους των Αράβων.
|
χάνος (Ilkhan) ή χαγάνος, ο
Χαγάνος ή χάνος (Ilkhan) ήταν ο τίτλος του ηγέτη των τουρκικών/μογγολικών φύλων, ο οποίος κατά περίπτωση αντιστοιχούσε στον τίτλο του ηγεμόνα (πρίγκιπα), του βασιλιά ή και του αυτοκράτορα.
|