1. Οι Βούλγαροι από την Ασία στην Ευρώπη: η μαρτυρία των κειμένων
Το ερώτημα σχετικά με την προέλευση των Βουλγάρων αναδύθηκε ήδη με τιςς πρώτες αναφορές σε αυτούς στις σύγχρονές τους ιστορικές πηγές.1 Η παλαιότερη αναφορά στους Πρωτο-βούλγαρους βρίσκεται στις κινεζικές πηγές. Σύμφωνα με αυτές, περίπου τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. κάποια τουρκικά φύλα εγκαταστάθηκαν στα Αλταϊκά Όρη και συγκεκριμένα στα βόρεια και βορειοδυτικά των πηγών του ποταμού Ιρτύς. Αυτή η ομοσπονδία φύλων, που ονομάζεται Tingling (ή Dinlin) στις κινεζικές πηγές, ταυτίζεται από μερικούς ερευνητές με τα ογουρικά (τουρκοβουλγαρικά) φύλα.2
Ενώ για την παλαιότερη, "ασιατική"περίοδο της ιστορίας των Βουλγάρων μπορούμε μόνο να κάνουμε εικασίες, οι μαρτυρίες των ελληνικών και λατινικών πηγών για την περίοδο ανάμεσα στον 4ο και τον 7ο αώνα είναι περισσότερο αξιόπιστες. Είναι γενικά αποδεκτό πως η παλαιότερη μνεία των Βουλγάρων σε αυτό το σώμα πηγών είναι εκείνη του ανώνυμου ρωμαϊκού χρονογράφου από το 354 μ.Χ. Εκεί, στον κατάλογο των λαών της Εγγύς και Μέσης Ανατολής αναφέρονται τελευταίοι οι Βούλγαροι (vulgares) ως απόγονοι του Ziezi, γιου του Σημ (Ziezi ex quo vulgares).3 Η μαρτυρία αυτή υποστηρίζεται από τον Μωϋσή Χωρινό στο έργο του Ιστορία της Αρμενίας (5ος αι.), στο οποίο κάνει λόγο για δύο κύματα μετακίνησης των Βουλγάρων, ένα προς την Αρμενία και ένα προς τον βόρειο Καύκασο.4 Άν και έχουν εκφραστεί αμφιβολίες ως προς την παρουσία των Βουλγάρων σε αυτές τις περιοχές,5 κάποια ονόματα ποταμών και λιμνών αποδεικνύουν πως είχαν όντως εγκατασταθεί εκεί, όπως το όνομα του ποταμού Bolgaru-chaj (ποτασμός των Βουλγάρων) που βρίσκεται στο νότιιο Αζερμπαϊτζάν, ρέει διαμέσου της στέπας Mugan και εκβάλλει στη λίμνη Mahmud-chala.6
Η ανάλυση των κειμενικών πηγών της περιόδου από τον 4ο ως τον 7ο αιώνα και η χαρτογράφηση των εθνωνύμων που απαντούν σε αυτές δείχνουν πως εκείνη την εποχή μια εθνοτική ομάδα που ονομάζονταν ”Βούλγαροι” (Bulgar, Bulkar) κατοικούσε στην περιοχή των στεπών της ανατολικής Ευρώπης (εκτός της περιοχής του Κάτω Βόλγα).7 Σύμφωνα με την ιστοριογραφία της εποχής, οι Βούλγαροι και τα συνδεδεμένα με αυτούς φυλα παρουσιάστηκαν ως διάδοχοι της πολιτικής κληρονομιάς των Ούννων.΄Έτσι αναφέρονται συχνά ως Ούννοι. Άλλοτε, το όνομα των Ούννων προστίθεται σε αυτό των βουλγαρικών φύλων: Ούννοι-Σκύθες, Σκύθες-Βούλγαροι, Ούννοι-Κουτρίγουροι, Ούννοι-Ονόγουροι, Ούννοι-Βούλγαροι κλπ., ενώ σε μερικές περιπτώσεις οι λέξεις ἢτοι ή καλούμενοι χρησιμοποιούνται για να συνδέσουν τους εθνοτικούς προσδιορισμούς.8
2. Οι Βούλγαροι από την Ασία στην Ευρώπη: οι αρχαιολογικές μαρτυρίες
Όπως δείχνουν οι αρχαιολογικές μαρτυρίες, η μετακίνηση των Ούννων από το οροπέδιο του Ordos (εσωτερική Μογγολία) κοντά στο Σινικό Τείχος προς την Ευρώπη διήρκεσε μεγάλο χρονικό διάστημα και κάλυψε μεγάλη έκταση. Η ήττα τους σε πόλεμο εναντίον της Κίνας κατά τον 2ο αιώνα αποτέλεσε το σημαντικότερο μοχλό που έθεσε σε κίνηση αυτή τη διαδικασία. Σύμφωνα με ευρήματα από τάφους και χάλκινους λέβητες, αντικείμενα που συνδέονται στενά με τους Ούννους, είναι πια ξεκάθαρο ότι ακολούθησαν δύο δρόμους στην πορεία τους προς τη Δύση. Ο βόρειος δρόμος ακολουθούσε τους βόρειους πρόποδες των Αλταϊκών Ορέων προς τη λεκάνη του ποταμού Kama και την αριστερή όχθη του Βόλγα. Ο νότιος δρόμος περνούσε από τις βόρειες ακτές της Αράλης και της Κασπίας διαμέσου του κεντρικού και ανατολικού Καζακστάν και τις στέπες νοτίως του Ουράλη. Όπως φαίνεται, κατά την πορεία των Ούννων προς τη Δύση δεν υπήρχε μια ομοιογενής εθνοτική ομάδα που θα μπορούσε να θεωρηθεί προκάτοχος των Βουλγάρων της εποχής μεταξύ του 5ου και 7ου αιώνα.
3. Η εμφάνιση των Βουλγάρων στα Βαλκάνια
Στα τέλη του 4ου και τις αρχές του 5ου αιώνα οι Ούννοι έφτασαν στην Κεντρική Ευρώπη. Κάποια από τα βουλγαρικά φύλα που ακολουθούσαν αυτή τη μετακίνηση εγκαταστάθηκαν στην Παννονία και τις πεδιάδες γύρω από τα Καρπάθια. Η κατάρρευση της αυτοκρατορίας του Αττίλα έβγαλε τους Βούλγαρους από την αφάνεια και τους κατέστησε αναγνωρίσιμους στους ιστορικούς της εποχής. Ένα από τα πιο αποτρόπαια γεγονότα της εποχής, που αργότερα καταγράφηκε από τον Παύλο Διάκονο (720-790) ήταν η βίαιη επικράτηση επί των Λογγοβάρδων του βασιλιά Agelmund στους βόρειους πρόποδες των Καρπαθίων.9
Η παλαιότερη αναφορά σε Βουλγάρους στα Βαλκάνια ανάγεται στην εποχή του αυτοκράτορα Ζήνωνος (474-491), ο οποίος συμμάχησε μαζί τους εναντίον των Γότθων το 480.10 Από εκείνο το σημείο οι Βούλγαροι εμφανίζονται στις βυζαντινές πηγές είτε ως σύμμαχοι είτε ως επιδρομείς που προξενούν καταστροφές στις βαλκανικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας (493, 499, 502).11 Οι βυζαντινοί χρονικογράφοι Ιωάννης Μαλάλας, Προκόπιος και Θεοφάνης Ομολογητής κατέγραψαν συχνές επιδρομές των Βουλγάρων στο Ιλλυρικό (δηλ. τα δυτικά Βαλκάνια) και τη Θράκη.12 Μετά το 550, κατα τις περιγραφές των βουλγαρικών επιδρομών στα νότια του Δούναβη εμφανίζονται στις πηγές ως Κουτρίγουροι και Ουτίγουροι.13
4. Οι περιοχές των βουλγαρικών φύλων: ο 6ος αιώνας
Σύμφωνα με τον Ζαχαρία Ρήτορα, κατά τον 6ο αιώνα οι Βούλγαροι ήταν εγκατεστημένοι μαζί με τους Αλανούς πέρα από τις Πύλες της Κασπίας, την περιοχή που είναι επίσης γνωστή ως Derbent και αποτελεί μια στενή λωρίδα στο νοτιοανατολικό άκροτης Κασπίας. Ήταν παγανιστές και είχαν τη δική τους γλώσσα, κατοικούσαν σε σκηνές (γιουρτ) και ζούσαν από το κυνήγι και τον πόλεμο.14
5. Οι περιοχές των βουλγαρικών φύλων: ο 7ος αι.
Το όνομα της Παλαιάς Μεγάλης Βουλγαρίας εμφανίστηκε στις πηγές κατά τον 7ο αιώνα για πρώτη φορά. Αναφέρεται στις περιοχές του κάτω Kuban με δυτικό όριο τον ποταμό Δνείπερο.15 Το εναλλακτικό του όνομα στις πηγές (Onoguria/Onoghuria) φωτίζει κάπως την προέλευση των λαών που ζούσαν εκεί υπό τον Χάνο Kubrat (632-680). Η Onoguria/Onoghuria (Ονογουρία) συνδέεται προφανώς με το σύνθετο εθνώνυμο Ονογούνδουροι (Ουνογούνδουροι)-Βούλγαροι, το πρώτο μέρος του οποίου αναπαράγει το φυλετικό όνομα των Ονογούρων που εγκαταστάθηκαν στις ανατοικοευρωπαϊκές στέπες μαζί με τους Σαράγουρους και τους Ούγορους ήδη το 463.16 Αρχικά κατοικούσδαν στην περιοχή των Πυλών της Κασπίας, όπου έγιναν γνωστοί ως Χαϊλανδούροι.17 Η Κοσμογραφία της Ραβένας (περ. 7ος αι.) μας πληροφορεί πως η Ονογορία (Onoghoria ) βρίσκεται στην περιοχή της Αζοφικής Θάλασσας και πως οι λαοί της ζούσαν από την αλιεία.18
Ο αρμένιος χρονικογράφος Ανανίας Shirakatsi (7ος αι.) τοποθετεί τους Βούλγαρους στα βόρεια της Σαρματίας και κάνει λόγο για τέσσερα διπλά ονόματα φύλων, ανάλογα με τα ονόματα των ποταμών όπου οι Βούλγαροι ζούσαν ή από όπου προέρχονταν: Kupi-Bulgar, Duchi-Bulkar, Oghondor (Olhontor)-blkar, Chdar-Bolkar.19 Τα πρώτα δύο ονόματα θυμίζουν τα ονόματα των ποταμών Kuban (Kufis) και Δνείπερου (Kucho). Το τρίτο όνομα μπορεί να ταυτιστεί με τους Ονόγουρους-Βούλγαρους που ζούσαν στα ανατολικά της Αζοφικής Θάλασσας και που ήταν επίσης γνωστοί ως Ουνογούνδουροι. Το τέταρτο φύλο μπορεί να τοποθετηθεί στην περιοχή του ποταμού Don ή Severski Donets.20 Όπως διαφαίνεται, η παράδοση, σύμφωνα με την οποία κάθε φύλο είχε το δικό του όνομα αλλά μοιραζόταν το κοινό όνομα των Βουλγάρων (Bulgar, Bolkar, Blkar), ακολουθούνταν ακόμη τον 7ο αιώνα.21 Αυτή η παράδοση υποδεικνύει μια στενή σχέση ανάμεσα στα διάφορα φύλα που προσδιορίζονταν με το γνωστό εθνώνυμο των Βουλγάρων.
6. Οι Βούλγαροι στην Ιταλία
Το 569 ο λογγοβάρδος βασιλιάς Alboin και ο στρατός του, που απαρτιζόταν από Λογγοβάρδους, Γέπιδες και Βούλγαρους της Παννονίας, κατάκτησε το μεγαλύτερο μέρος της βόρειας Ιταλίας (Λομβαρδία, Ετρουρία και Λιγουρία). Το αποτέλεσμα ήταν η εμφάνιση νέων οικισμών στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των Βουλγάρων.22 Αυτή ήταν η αρχή της βουλγαρικής εγκατάστασης στην Ιταλία, η οποία άφησε ίχνη σε τοπωνύμια, ονόματα ποταμών, ανθρωπονύμια και επώνυμα. Τα γλωσσικά ίχνη, που φέρουν τη ρίζα Bulgari, όχι μόνο μαρτυρούνται στις ιστορικές πηγές, αλλά επέζησαν μέχρι σήμερα.23
7. Βούλγαροι και Άβαροι
Νέα μετακίνηση των λαών της νοτιοανατολικής και κεντρικής Ευρώπης σημειώθηκε κατά το δεύτερο ήμισυ του 6ου αιώνα. Ο κύριος παράγοντας ήταν η εμφάνιση των Αβάρων, η κοιτίδα των οποίων τοποθετείται γενικά στην Κεντρική Ασία. Στην πορεία τους υπέταξαν τα φύλα που ζούσαν στην περιοχή του Καυκάσου (στη σημερινή Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και τη Γεωργία): Σαβίρους, Αλανούς, Ονόγουρους και αργότερα Κουτρίγουρους, Ουτίγουρους και Βούλγαρους.24 Κατά τα τέλη του 6ου και τις αρχές του 7ου αιώνα οι Άβαροι πέρασαν από τη σημερινή Ρουμανία και έφτασαν στη λεκάνη του ποταμού Tisza στην Παννονία, όπουεγκαταστάθηκαν εγκαθιδρύοντας φυλετική ομοσπονδία. Σύμφωνα με τον Θεοφύλακτο Σιμοκράτη και τον Μένανδρο Προτήκτορα, οι Βούλγαροι και οι Κουτρίγουροι συμμετείχαν σε αυτή την ομοσπονδία και σίγουρα έλαβαν μέρος στην πολιορκία της Θεσσαλονίκης το 619 και της Κωνσταντινούπολης το 626 ως υπήκοοι του Χανάτου των Αβάρων.25
8. Όψεις της ιστορικής και πολιτισμικής ανάπτυξης
Ο σύνθετος υλικός και πνευματικός πολιτισμός των Βουλγάρων διαμορφώθηκε κατά τη μακρά τους πορεία από την Κεντρική Ασία στην Ευρώπη ως αποτέλεσμα της επαφής τους με άλλα φύλα και λαούς. Η ανάλυση των αρχαιολογικών ευρημάτων δείχνει ομοιότητες στις ταφικές τελετές μεταξύ των εθνοτικών ομάδων που αφομοιώθηκαν από τους Ούννους από τη μια πλευρά, και των βουλγαρικών νεκροταφείων του 8ου και 9ου αιώνα στον κάτω Δούναβη από την άλλη: πρόκειται για την παράλληλη πρακτική του ενταφιασμού και της καύσης (χαρακτηριστικό των Σαρματών), το βόρειο-βορειοδυτικό προσανατολισμό των τάφων, τις ταφές που περιέχουν υπολείμματα αλόγου και όπλα (χαρακτηριστικοί για τα νομαδικά φύλα του ανατολικού και κεντρικού Καζακστάν), τα υπολείμματα από θυσίες ζώων, την τεχνητή παραμόρφωση των κρανίων (χαρακτηριστικό των Σαρματών), όπως και την κυριαρχία του ευρτωπαϊκού ανθρωπολογικού τύπου με μικρές μογγολοειδείς προσμείξεις.26 Μπορεί λοιπόν να υποτεθεί πως κατά τον 5ο αιώνα οι Βούλγαροι περιλάμβαναν τρεις κύριες ομάδες λαών: Ιρανούς από τις στέπες της Ασίας κα της Ευρώπης, Ούγορους από τη ζώνη δάσους-στέπας της δυτικής Σιβηρίας, και Ούννους από την Κεντρική Ασία που μιλούσαν κάποια από την ευρύτερη ομάδα των τουρκικών γλωσσών. Οι τρεις εθνοτικές συνιστώσες των Βουλγάρων έχουν επίσης εξακριβωθεί στην ετυμολογία των όρων συγγένειας και των ονομάτων φύλων και προσώπων (π.χ. Asparukh=περσ. asp- (άλογο) και -ruk, -rok, ιραν. rouka (φως), Kardam=ιραν. Kartham).27 Όπως έχει υποστηριχθεί πρόσφατα, η ομάδα των Βουλγάρων που εγκαταστάθηκε στον κάτω Δούναβη και ίδρυσε την πρώτη Βουλγαρική Αυτοκρατορία το 680 είχε ως κυρίαρχο εθνοτικό στοιχείο το ιρανικό, που μιλούσε μια σλαβική γλώσσα, ενω τα τουρκικής προέλευσης στοιχεία ήταν αναγνωρίσιμα μόνο στον πολιτισμό της στρατιωτικής ελίτ.28 Όλες αυτές οι πολιτισμικές επιρροές αναμίχθηκαν αλλά δεν εξαφανίστηκαν στον μεσαιωνικό βουλγαρικό πολιτισμό. Τον 10ο αιώνα θα μπορούσε κανείς ακόμη να αναγωρίσει ως κληρονομιά των Ούννων ένα μικρό κινεζικό ίχνος που μεταφέρθηκε στις κυριλλικές επιγραφές.29 |
1. Για μια αναλυτική παρουσίαση των γραπτών και αρχαιολογικών μαρτυριών σχετικά με τους Βούλγαρους πριν από τη συγκρότηση της πρώτης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας στον κάτω Δούναβη βλ. V. Beševliev, Die protobulgarische Periode der bulgarischen Geschichte (Amsterdam, 1981)· В. Бешевлиев, Първобългарите: Бит и култура (Sofia, 1981)· V. Gjuzelev, The Protobulgarians: Pre-History of Asparouhian Bulgaria (Sofia, 1979). 2. Н. Я. Бичурин, Собрание сведений о народах обытавших в Средней Азии в древние времена, І (Moscow - Leningrad, 1950-1953), σελ. 50, 82· F. Hirth, “Hunnenforshungen“, Keleti Szemle 2 (1901), σελ. 81-91· В. Н. Златарски, История на българската държава през средните векове. І/1. (reprint Sofia, 1972), σελ. 21· Б. Симеонов, “Източни извори за историята и названието на Аспаруховите българи”, Векове 1 (1979), σελ. 49-54. 3. Chronographus anni CCCLIIII. Liber generationis, , MGH, AA, IX, rec. Th. Momsen (1850), σελ. 105. 4. История Армении Мойсея Хоренского, ІІ επιμ. Пер. Н. О. Эмина (Moscow, 1893), σελ. 62· Д. Ангелов, В. Гюзелев, “Известия в арменски извори за средновековната история на България”, Исторически преглед 1 (1966), σελ. 121. Βλ. επίσης την αγγλική μετάφραση: Moses Khorenats'i, History of the Armenians, μτφρ. R. Thomson (Washington, D. C.: Harvard University Press, 1978). 5. А. В. Гадло, Этническая история Северного Кавказа V-Х вв. (Leningrad, 1979), σελ. 40- 41. 6. Цв. Кристанов, “Към въпроса за етногенезиса на българския народ,” Исторически преглед 3 (1966), σελ. 43. 7. G. Moravcsik, Byzantinoturcica. Sprachreste der Türkenfölker in den byzantinischen Quellen, I-II (Berlin 1958)· V. Gjuzelev, The Protobulgarians: Pre-History of Asparouhian Bulgaria (Sofia 1979). 8. G. Moravcsik, Byzantinoturcica. Sprachreste der Türkenfölker in den byzantinischen Quellen II (Berlin 1958), σποράδ.· Р. Рашев, Прабългарите през V-VІІІ век (V. Turnovo, 2000), σελ. 7-10. 9. Paulus Diaconus, Historia Langobardorum (επιμ. Georg Waitz, MGH SS rerum Langobardicarum, Hannover 1878), σελ. 12-187 (εκδ. Lidia Capo, Milano 1992), Βιβλίο I, κεφάλαιο 16. Σύμφωνα με τον to V. Beševliev, η βουλγαρική επίθεση κατά των Λογγοβάρδων έγινε το 422: В. Бешевлиев, Първобългарите: Бит и култура (Sofia, 1981), σελ. 9. 10. Ioannis Antiochiensis, Fragmenta, Excerpta de insidiis, επιμ. C. de Boor (Berlin, 1905), σελ. 135. 11. Marcelini Comitis Chronicon, MGH-AA, XI (Berlin, 1894), σελ. 94-95, 99-100, 103. 12. Ioannis Malalae Chronographia, rec. L. Dindorf (Bonn, 1831), σελ. 97, 402, 437-438· Theophanis Chronographia, rec. J. Classen (Bonn, 1839), σελ. 424-426. 13. Procopii Caesarensis Opera omnia, rec J. Haury, I-III (Leipzig, 1905-1913), Βιβλίο VIII, σελ. 162-164, 501-507, 508, 581-589, 602-603. 14. Н. В. Пигулевская, Сирийские источники по истории народов СССР (Moscow, 1941), σελ. 81. 15. И. С. Чичуров, “Эксурс Феофана о протоболгарах,” in Древнейшие государства на территории СССР (Москва, 1976), σελ. 65-80· Д. Ил. Димитров, Прабългарите по Северното и Западното Черноморие (Varna, 1987), σελ. 101-110· Ив. Божилов, Хр. Димитров, “Protobulgarica (Заметки по истории протобулгар до середины ІХ в.),” Byzantinobulgarica 9 (1995), σελ. 7-61· Цв. Степанов, “О локализации «Великой Булгарии”, BHR 2 (1995), σελ. 5-11. 16. Nicephori archiepiscopi Constantinopolitani Opuscula historica, rec. C. de Boor (Leipzig, 1880), σελ. 24· G. Moravcsik (1958), σελ. 100· М. И. Артамонов, История хазар (Leningrad, 1962), σελ. 62-64. 17. Егишэ, О Вардане и войне армянской. Перевод с древнеармянского акад. И. А. Орбели, подготовка к изданию, предисловие и примечания К.Н. Юзбашяна (Ереван, 1971), σελ. 31, 127, 139. 18. Ravenate anonymos Cosmographia, επιμ. M. Pinder και G. Parthey (Berlin, 1860), σελ. 170. 19. К. Патканов, “Из нового списка географии приписываемой Мойсею Хоренскому,” Журнал Министерства народного просвещения ССХХVІ (1883), σελ. 21-32. 20. V. Gjuzelev, The Protobulgarians: Pre-History of Asparouhian Bulgaria (Sofia 1979), σελ. 32-33. 21. В. Стоянов, Етнонимът “българи” за българо-тюркските отношения (Sofia, 1997), σελ. 2-51. 22. Paulus Diaconus, Historia Langobardorum, (επιμ. Georg Waitz, MGH SS rerum Langobardicarum, Hannover 1878), σελ. 86-87. 23. Για μια αναύτική μελέτη βλ. K. Popkonstantinov, “Die Verbreitung des altbulgarischen Schrifttums. Auf Grund von Inschriften,” Die Slawischen Sprachen (Salzburg) 8 (1985), σελ. 167-200· του ιδίου., “Българските имена в "Liber confraternitatum vetustior” в манастира “Св. Петър” в Залцбург,” Годишник на Софийския университет "Св. Климент Охридски". Център за славяно-византийски проучвания "Иван Дуйчев" 1 (1987), σελ. 123-135· του ιδίου, “Латинската мисия през 866-870 г. и отражението й в старобългарската култура (по археологически и епиграфски данни),” Die Slawischen Sprachen 11 (1987), \σελ. 115-121. Το όνομα κάποιου Chuchinadpulgar βρίσκεται στον κατάλογο των καλεσμένων στο "Liber confraternitatum vetustior" της μονής του Αγίου Πέτρου στο Ζάλτσμπουργκ από το τελευταίο τέταρτο τυ 9ου αιώνα. Είναι ενδιαφέρον ότι κατά τη διάρκεια κατασκευαστικών έργων στο χωριό Pulgari (Vulgari) στην Άνω Αυστρία ανευρέθησαν τα λείψανα 6000 σφαγιασθέντων ανδρών που μπορούν να συσχετισθούν με τους Βούλγαρους του Altsiok. 24. Theophylaktos Simokates Historiae, επιμ. C. de Boor, αναθ. P. Wirth (Stuttgart, 1972), Βιβλίο VII.7, σελ. 256-257· γερμανική μετυάφραση: Thephylaktos Simokates Geschichte. Μτφρ. και σχόλια P. Schreiner (Anton Hiersemann: Sttutgart, 1985), σελ. 186-187. 25. Theophylaktos Simokates, VI.4, σελ. 226-227· γερμανικη μετάφραση, σελ. 166-167· Menander Protector Excerpta de legationibus, επιμ. C. De Boor (Berlin, 1903), σελ. 170-171. 26. Για μελέτες σχετικά με τις διάφορες όψεις του υλικού πολιτισμού των Βουλγάρων βλ. J. Werner, Beiträge zur Archäologie des Attila Reiches (Munich 1956)· Ст. Ваклинов. Формиране на старобългарската култура (VІ-ХІ в.) (Sofia, 1977)· Д. Ил. Димитров (1987)· V. Beševliev (980)· Cs. Bálint, Archäologie der Steppe. Επιμ. F. Deim (Wien-Köln, 1989)· U. Fiedler, Studien zu Gräberfeldern des 6. bis 9. Jahrhunderts an der unteren Donau (Bonn, 1992)· Р. Рашев (2000), σελ. 7-78.· του ιδίου., Българската езическа култура VІІ-ІХ в. (Sofia, 2008). 27. Р. Рашев, Прабългарите през V-VІІІ век (V. Turnovo 2000), σελ. 10-16· В. Бешевлиев, Първобългарите: Бит и култура (Sofia 1981), σελ. 24-38. 28. Р. Рашев, “За произхода на прабългарите,” στο Studia protobulgarica et mediaevalia europensia. In honour of Prof. V. Beševliev (Veliko Turnovo, 1993), σελ. 23-33· του ιδίου., “Две групи прабългари и две прабългарски култури,” στο Историко-археологически изследвания. В памет на проф. д-р Станчо Ваклинов (V. Turnovo, 1994)· Р. Рашев, Прабългарите през V-VІІІ век (V. Turnovo, 2000), σελ. 10-16. 29. К. Попконстантинов, “Прабългарските имена от манастирите при Мурфатлар и Равна,” στο Българите в Северното Причерноморие. 5 (V. Turnovo, 1996), σελ. 101-109· του ιδίου., “Поклоннически надписи от скалния манастир при Мурфатлар (Басараби), Румъния,” στο Палеобалканистика и старобългаристика. Втори есенни международни четения “Проф. Иван Гълъбов” (V. Turnovo, 2001), σελ. 47-79· K. Popkonstantinov, O. Kronsteiner, Altbulgarische Inschriften (Die Slawischen Sprachen 36) (Wien - Salzburg, 1994), σελ. 79, 227. |