αδρεγχάρακτα, τα
Αγγεία των οποίων η διακόσμηση έχει χαραχθεί με αδρές γραμμές πάνω στο επίχρισμα αποκαλύπτοντας τον πηλό του αγγείου.
|
επιπεδόγλυφα αγγεία, τα
Εντυπωσιακά βυζαντινά κεραμικά (γνωστά και με το γαλλικό όρο champlevé), στα οποία ο διάκοσμος (πολύ συχνά εικονιστικές παραστάσεις) σχεδιαζόταν πάνω στο ανοιχτόχρωμο επίχρισμα και εκτελούνταν με την αφαίρεση του στρώματος του επιχρίσματος του κάμπου της παράστασης. Έτσι οι μορφές πρόβαλλαν ανοιχτόχρωμες πάνω σε σκούρο βάθος. Η τεχνική αυτή διακόσμησης εισάγεται στη βυζαντινή κεραμική στα μέσα του 12ου αιώνα και καθιερώνεται στα τέλη του 12ου και στις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα.
|
επίχρισμα, το (ή γάνωμα)
Πηλός σε υγρή μορφή που καλύπτει την επιφάνεια ενός κεραμικού αντικειμένου προκειμένου αυτό να αποκτήσει απαλή επιφάνεια μετά την όπτηση.
|
εφυαλωμένη κεραμική, η
Αγγεία με επίχρισμα υάλου, που σχηματίζεται κατά την όπτηση (ψήσιμο των αγγείων στον κλίβανο). Ανάλογα με τη σύσταση του επιχρίσματος, η εφυάλωση μπορεί να είναι άχρωμη, μονόχρωμη ή και να συνδυάζει διαφορετικές αποχρώσεις πάνω στο ίδιο αγγείο.
|
κεραμική Ζευξίππου, η
Αγγεία από λεπτόκοκκο πηλό με εγχάρακτη διακόσμηση και μονόχρωμη ή μη εφυάλωση. Το συνηθέστερο σχήμα ήταν μια φιάλη με ψηλότερη ή χαμηλότερη δακτυλιόσχημη βάση. Η εγχάρακτη διακόσμηση, είτε με φυτικά είτε με εικονιστικά θέματα, βρισκόταν συνήθως σε κεντρικό μετάλλιο. Η πολύ καλή ποιότητα της κεραμικής αυτής και οι μεγάλες ποσότητες που βρέθηκαν στις ανασκαφές των Λουτρών του Ζευξίππου στην Κωνσταντινούπολη είχαν οδηγήσει στο να θεωρείται αποκλειστικά κωνσταντινουπολίτικη παραγωγή, όμως η ευρύτατη διάδοσή της από την Αίγυπτο μέχρι τον Εύξεινο Πόντο και τη Βουλγαρία καθιστούν απίθανη μια τέτοια απόδοση.
|
Λεπτεγχάρακτα, τα
Αγγεία των οποίων η διακόσμηση σχεδιάζεται με πολύ λεπτές γραμμές, χαραγμένες με ακίδα στο επίχρισμα του αγγείου. Κατά κανόνα καλύπτονται με εφυάλωση.
|
ψευδοκουφικά, τα
Γραμμικά σύμβολα με τριγωνικές απολήξεις που μιμούνται χαρακτήρες της κουφικής γραφής.
|