«αγιορείτικος» τρίκογχος ναός, ο
Παραλλαγή του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο ναού. Οι τρεις κεραίες του σταυρού διευρύνονται σε κόγχες με την προσθήκη αψίδων. Ο τύπος αυτός παρατηρείται πρώτη φορά στο καθολικό της μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος (β' μισό 10ου αι.). Μαζί με το διευρυμένο νάρθηκα (λιτή), ο αρχιτεκτονικός αυτός τύπος κυριάρχησε στη μοναστική ναοδομία στην κυρίως Ελλάδα και στα Βαλκάνια.
|
βορδονάρειο, το
Ονομασία του σταύλου στα μοναστήρια. Στις μονές προβλέπεται και το διακόνημα του βορδοναρίου, του ημιονηγού που είναι επιφορτισμένος και με την ευθύνη για το σταύλο και τη χορταποθήκη.
|
ημιχώνιο, το
Κόγχη σε μορφή τεταρτοσφαιρίου (μισού χωνιού) ή μικρού τόξου. Γεφυρώνοντας τις γωνίες στην ανωδομή ενός τετράγωνου διαμερίσματος τα ημιχώνια σχηματίζουν οκτάγωνο κατάλληλο για τη στήριξη θόλου (οκτάγωνου μοναστηριακού ή ημισφαιρικού).
|
θόλος επί λοφίων (και φουρνικό), ο
Ημισφαιρικός θόλος επί λοφίων χωρίς τύμπανο. Χρησιμοποιείται στους βυζαντινούς ναούς για στέγαση μικρών χώρων. Όταν ο θολίσκος είναι χαμηλωμένος, λέγεται και φουρνικό.
|
καθολικό, το
Ο κεντρικός ναός ενός μοναστηριού, στον οποίο τελούνται οι βασικές τελετουργίες· επίσης εκεί καθορίζεται ποιο θα είναι το κατά κύριο λόγο τιμώμενο ιερό πρόσωπο και, άρα, ο προστάτης της μονής. Στις περισσότερες περιπτώσεις όλα τα υπόλοιπα κτήρια της μονής αναπτύσσονται γύρω από το καθολικό και το οικοδομικό συγκρότημα απομονώνεται με περίβολο. Εντός του περιβόλου συχνά υπάρχουν και άλλοι μικρότεροι ναοί ή παρεκκλήσια.
|
κτητορική επιγραφή, η
Επιγραφή που αναφέρεται στη χορηγία σε ναό ή ίδρυμα. Αναγράφονται κατά περίπτωση το όνομα του κτήτορα, το είδος της χορηγίας (ανέγερση, ανακαίνιση, τοιχογράφηση, δωρεά κ.ά.), ο χρόνος της χορηγίας και άλλα στοιχεία.
|
σιγίλλιον, το
Προέρχεται από το λατ. sigillum = σφραγίδα. 1. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο ο όρος σιγίλλιον χρησιμοποιείται για κάποια επίσημα έγγραφα της αυτοκρατορικής γραμματείας που φέρουν σφραγίδες και αναλόγως διακρίνονται σε μολυβδόβουλα και χρυσόβουλα (σιγίλλια). Διάφορες κρατικές υπηρεσίες χρησιμοποιούσαν επίσης έγγραφα με το ίδιο όνομα. Η πατριαρχική γραμματεία αρχίζει να χρησιμοποιεί τα πρώτα σιγίλλια (ή σιγιλλιώδες γράμμα) περί τα μέσα του 13ου αιώνα. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο χρησιμοποίησε τα σιγίλλια αντικαθιστώντας τα παλαιότερα έγγραφα, γνωστά ως «υπομνήματα».2. Κατά την Οθωμανική περίοδο τα σιγίλλια ήταν έγγραφα που υπέγραφε ο Πατριάρχης και συνήθως επιβεβαίωναν κάποιο προνόμιο ή γνωστοποιούσαν κάποια συνοδική απόφαση.
|
σκευοφυλάκιο, το
Ειδικός χώρος στο χριστιανικό ναό, ή κτίσμα έξω από αυτόν, στο οποίο φυλάγονται τα άμφια και ιερά σκεύη. Όταν γενικεύεται και παγιώνεται το τριμερές ιερό στους βυζαντινούς ναούς, το σκευοφυλάκιο καταλαμβάνει σταθερά το νότιο παράβημα (δεξιά της κεντρικής αψίδας) και ονομάζεται συχνότερα διακονικό.
|
σταυρεπίστεγος ναός, ο
Αρχιτεκτονικός τύπος που εμφανίζεται στο δεύτερο μισό του 13ου αιώνα (Αγία Τριάδα στο Κρανίδι Αργολίδας, 1245) και απαντά με πολλές παραλλαγές στην κυρίως Ελλάδα. Πρόκειται κατά κανόνα για μικρής κλίμακας εκκλησίες, μονόκλιτες ή τρίκλιτες, στεγαζόμενες με μία κατά μήκος καμάρα, η οποία διακόπτεται από μία δεύτερη, εγκάρσια και ψηλότερα τοποθετημένη καμάρα. Με τον τρόπο αυτό σχηματίζεται στη στέγη το σχήμα του σταυρού, στο οποίο οφείλει ο τύπος το όνομά του.
|
σταυροπηγιακή (ή πατριαρχική) μονή, η
Μονή η οποία υπάγεται άμεσα στον Οικουμενικό Πατριάρχη και κατά συνέπεια αποσυνδέεται από τη διοικητική εποπτεία του ντόπιου μητροπολίτη ή επισκόπου. Σύμφωνα με την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο πατριάρχης έχει το δικαίωμα κατά την ίδρυση μονής σε περιοχή της δικαιοδοσίας του να αποστείλει σταυρό, ο οποίος τοποθετείται στα θεμέλια της μονής και θεμελιώνει την άμεση εξάρτησή της από αυτόν.
|
συνεπτυγμένος σταυροειδής ναός, ο
Διαδεδομένος τύπος στα Μεσοβυζαντινά χρόνια. Στους ναούς αυτούς τα «γωνιακά διαμερίσματα» είναι συμπαγείς τοίχοι. Έτσι ο χώρος παίρνει σταυρική μορφή και καλύπτεται με τρούλο που στηρίζεται σε τέσσερα αβαθή τόξα.
|
σύνθετος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός, ο
Σε αυτόν τον αρχιτεκτονικό τύπο παρεμβάλλεται επιμήκης χώρος μεταξύ του σταυρικού τετραγώνου (κυρίως ναός) και του ιερού. Με τον τρόπο αυτό το ιερό είναι τελείως ανεξάρτητο από τον κυρίως ναό.
|
τεταρτοσφαίριο, το
Το θολωτό επιστέγασμα μιας αψιδωτής κόγχης. Το όνομά του περιγράφει το σχήμα του, που είναι το μισό ενός ημισφαιρίου. Το τεταρτοσφαίριο της αψίδας του Ιερού Βήματος ονομάζεται σπανιότερα και κόγχη.
|