Encyclopaedia of the Hellenic World, Constantinople FOUNDATION OF THE HELLENIC WORLD
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα AΑναζήτηση με το γράμμα BΑναζήτηση με το γράμμα CΑναζήτηση με το γράμμα DΑναζήτηση με το γράμμα EΑναζήτηση με το γράμμα FΑναζήτηση με το γράμμα GΑναζήτηση με το γράμμα HΑναζήτηση με το γράμμα IΑναζήτηση με το γράμμα JΑναζήτηση με το γράμμα KΑναζήτηση με το γράμμα LΑναζήτηση με το γράμμα MΑναζήτηση με το γράμμα NΑναζήτηση με το γράμμα OΑναζήτηση με το γράμμα PΑναζήτηση με το γράμμα QΑναζήτηση με το γράμμα RΑναζήτηση με το γράμμα SΑναζήτηση με το γράμμα TΑναζήτηση με το γράμμα UΑναζήτηση με το γράμμα VΑναζήτηση με το γράμμα WΑναζήτηση με το γράμμα XΑναζήτηση με το γράμμα YΑναζήτηση με το γράμμα Z

Kontoskali (Kumkapı)

Author(s) : Andrianopoulou Konstantina (6/5/2008)
Translation : Tsokanis Anna

For citation: Andrianopoulou Konstantina, "Kontoskali (Kumkapı)",
Encyclopaedia of the Hellenic World, Constantinople
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=11402>

Κοντοσκάλι (12/8/2008 v.1) Kontoskali (Kumkapı) (5/25/2009 v.1) 

GLOSSARY

 

agiasma
The holy water (as well as the sacred place from where the water spurts), which the faithful drink, sprinkle or wash themselves in order to be healed.

cross-domed basilica
Type of domed basilica. A church plan, whose core, enveloped on three sides by aisles and galleries with a transept, forms a cross. The core is surmounted by a dome in the centre.

kadi
Office that combinbed judicial, notarial and administrative duties. The kadi, who held court at the kaza's seat, registered all legal acts and documents in the court's codices (sicil). The kadi passed judgement based on the saria (the holy law of Islam), taking also into consideration the kanun (sultanic law) and the customary law (örf). Resort to his court had all the subjects of the Empire. The kadi had also administrative duties, which he performed in collaboration with the officials of the kaza., and he had to supervise tax collection.

monitorial system
Teaching method developed by Joseph Lancaster, under which the older students (in Greek: “protoscholoi”) taught the smaller children some skill or activity.

wakf (vakif)
A foundation, a grant of land or other source of income, including tax revenues, which was considered to be dedicated according to the sacred law (şeriat) and was used for religious and charitable purposes.

 
 
 
 
 
 
 
 

Entry's identity

 
press image to open photo library
 

>>>