1. Θέση και γεωμορφολογία
Νησί νοτιοανατολικά της Κιμώλου, από την οποία χωρίζεται με το λεγόμενο Στενό του Πυργί. Το όνομα μαρτυρά τη χρήση του ως βοσκότοπου ήδη από την Αρχαιότητα. Στο Μεσαίωνα ήταν γνωστό ως Πόληβος, Πόληνος ή Ηπόληβος.
Ανήκει στο ηφαιστειακό τόξο του Νοτίου Αιγαίου και αποτελείται από ηφαιστειακά πετρώματα. Στο μέσο της υψώνονται δύο λόφοι: το Στρογγυλό (370 μ.) και το Ψηλό Βουνό (330 μ.). Τα παράλιά της είναι βραχώδη, απότομα και αλίμενα εκτός του δυτικού και του βόρειου, όπου ορμίσκοι κάνουν την πρόσβαση ευκολότερη. Στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού εντοπίζονται δύο λατομεία, απ’ όπου εξορυσσόταν τραχείτης για την κατασκευή μυλόπετρας. Στα τέλη του 19ου αιώνα διαπιστώθηκε η ύπαρξη κοιτασμάτων αργύρου (βαρυτίνης).
2. Χλωρίδα και πανίδα
Αν και άγονη, η Πολύαιγος φιλοξενεί ορισμένα σπάνια είδη φυτών, όπως η ορχιδέα με μονό άνθος (Serapias carica var. monantha), και πολλά ελληνικά ενδημικά είδη. Γενικά η χλωρίδα του νησιού ποικίλλει από φρύγανα έως χαμόδεντρα, όπως ο φίδας και η αγριελιά. Στα Μεσαιωνικά χρόνια περιηγητές ανέφεραν την ευφορία της Πολυαίγου, και συγκεκριμένα τις ελιές, τα δημητριακά, το βαμβάκι και τα αμπέλια της. Στα μέσα όμως του 17ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του Δ΄ Βενετοτουρκικού πολέμου (1645-1669), οι Ενετοί, που αποκαλούσαν το νησί Μπρουζιάτα (Brusiata), δηλαδή Καμμένη, έκοψαν όλες τις ελιές, μαζί με αυτές της Κιμώλου.
Λόγω της ιδιαίτερης πανίδας της, η Πολύαιγος έχει ενταχθεί στο Δίκτυο Natura 2000 ως Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ). Πολυάριθμες θαλάσσιες σπηλιές στις ακτογραμμές της αποτελούν καταφύγιο για τη μεσογειακή φώκια Monachus monachus, ενώ οι βράχοι της είναι σημαντικοί για πολλά είδη πουλιών. Το νησί φιλοξενεί επίσης την υπό εξαφάνιση οχιά της Μήλου (Macrovipera schweizeri).
3. Γενικές πληροφορίες
Ακατοίκητη στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της, έχει σήμερα κάποιους βοσκούς ως περιστασιακούς κατοίκους, ενώ το 1951 ο πληθυσμός της έφθανε τους 14. Η κυριότητα του νησιού άλλαξε πολλές φορές χέρια κατά το Μεσαίωνα και σήμερα αποτελεί κληροδότημα της Παναγίας Οδηγήτριας της Κιμώλου, ενώ ένα τμήμα της παραμένει ιδιόκτητο.
Στο βορειοδυτικό μέρος της βρίσκονται τα ερείπια της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ιδρυμένης το 1622. Μία βασιλική με τρούλο αποτελούσε το ναό της μονής.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο πέτρινος φάρος στο ακρωτήριο Μάσκουλα, χτισμένος το 1898, με ύψος πύργου 9 μ., εστιακό ύψος 138 μ. και φωτοβολία 27 μίλια.
Το ελληνικό κράτος χαρακτήρισε το νησί περιοχή ιδιαίτερου κάλλους, με στόχο την αποτελεσματική προστασία και διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς.