Ρω

1. Φυσικός χώρος – Περιβάλλον

Η Ρω ή Άγιος Γεώργιος βρίσκεται δυτικά του Καστελόριζου σε απόσταση 5 μιλίων και σε μικρή απόσταση από τα απέναντι τουρκικά παράλια. Πρόκειται για μια βραχώδη και άνυδρη βραχονησίδα που δεν κατοικήθηκε ποτέ συστηματικά, με χαμηλή βλάστηση, την οποία κατά καιρούς νοικιάζουν Καστελορίζιοι από το δήμο για να εκτρέφουν τα ζώα τους, αγελάδες και κατσίκια. Έχει δύο όρμους, το Φραγκολιμιώνα στα νότια και το μικρό λιμανάκι του Αϊ-Γιώργη στα βορειοδυτικά, όπου προσεγγίζουν τα καΐκια και αποβιβάζουν τους λιγοστούς επισκέπτες. Τα τελευταία χρόνια η νησίδα έγινε γνωστή χάρη στην Κυρά της Ρω, τη Δέσποινα Αχλαδιώτη, η οποία παρέμενε στο νησί καλλιεργώντας και βόσκοντας τα λιγοστά ζώα της και κάθε πρωί ύψωνε την ελληνική σημαία. Σήμερα στο νησί υπάρχει ο τάφος της, τα δύο μικρά σπιτάκια όπου διέμενε και το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, όλα δίπλα στο λιμανάκι.

2. Ιστορία

Η θέση του νησιού απέναντι από τα μικρασιατικά παράλια καθόρισε την ιστορική του πορεία. Η Ρω χρησίμευε πάντα ως παρατηρητήριο της απέναντι λυκιακής ακτής και ως σταθμός στρατού. Στις αρχαίες πηγές αναφέρεται ως Ρώγη ή Ρόπη και σημειώνεται η θέση της στη Λυκιακή θάλασσα και η απόστασή της από τη Μεγίστη, το γειτονικό Καστελόριζο. Μαζί με τη Στρογγύλη, μια δεύτερη βραχονησίδα ανατολικά του Καστελόριζου, χρησίμευαν ως κρίκοι στην αλυσίδα των στρατιωτικών παρατηρητηρίων του ροδιακού κράτους, όπως φαίνεται από τον πύργο-φρυκτωρία που έχει χτιστεί σε κορυφή λόφου. Το οχυρό χρησιμοποιήθηκε στα χρόνια του Βυζαντίου και την περίοδο των Ιπποτών αλλά και της Οθωμανικής κυριαρχίας. Σύμφωνα με την παράδοση, το φρούριο χρησίμευσε ως ορμητήριο του Λάμπρου Κατσώνη (1788-1792).

3. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία

Στην κορυφή του λόφου έχει χτιστεί το μικρό οχυρό, θεμελιωμένο σε έξαρμα του φυσικού βράχου, ο οποίος χρησίμευσε και ως πρώτη ύλη για την οικοδόμησή του. Αποτελείται από κεντρικό ορθογώνιο πύργο, ο οποίος σώζεται σε ύψος 4 μ. περίπου, προστατευμένο από διπλό εξωτερικό περίβολο. Στην εσωτερική πλευρά των τοίχων υπάρχει ενίσχυση από μικρότερους αποστρογγυλευμένους λίθους, ενώ επισκευές και συντήρηση έγιναν τους Βυζαντινούς χρόνους και την περίοδο των Ιπποτών. Στο εσωτερικό βρίσκουμε την απαραίτητη δεξαμενή συλλογής βρόχινου νερού, ενώ υπολείμματα πατητηριού έξω από τον πύργο υποδηλώνουν την ενασχόληση με τις αγροτικές δουλειές για τη συντήρηση της φρουράς που στάθμευε εκεί. Το παρατηρητήριο χρονολογείται από τον 4ο αι. π.Χ. και συνέχισε να χρησιμοποιείται στη Ρωμαϊκή, Βυζαντινή και την Ιπποτική περίοδο, όπως έδειξαν πρόσφατες εργασίες αποχωμάτωσης στο πλαίσιο της αναστήλωσής του από την ΚΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.