1. Προϊστορία Κατά την Ύστερη εποχή του Χαλκού, οι Μυκηναίοι και οι Θράκες ήταν ήδη γείτονες και συνυπήρχαν σε ορισμένες περιοχές της βόρειας Βαλκανικής χερσονήσου. Πάμπολλες ιστορικές πηγές και αρχαιολογικές μαρτυρίες δείχνουν ότι από τον 8ο αι. π.Χ. και μετά, κατά τη διάρκεια του ελληνικού αποικισμού του βόρειου Αιγαίου και των ακτών της αρχαίας Θράκης στον Εύξεινο Πόντο, Έλληνες και Θράκες ζούσαν μαζί σε διάφορους παραθαλάσσιους οικισμούς και περιοχές και, μάλιστα, προέβαιναν σε επιγαμίες. Την περίοδο εκείνη πολλοί Θράκες που είχαν έρθει σε στενότερη επαφή με τους Έλληνες εξελληνίστηκαν και υιοθέτησαν το ελληνικό αλφάβητο και την ελληνική γλώσσα. Πράγματι ορισμένα θρακικά προσωπικά και φυλετικά ονόματα εμφανίζονται σε μυκηναϊκές πινακίδες της Γραμμικής Β΄.1 Τα στοιχεία αυτά φανερώνουν ότι κατά το δεύτερο μισό της 2ης χιλιετίας π.Χ. οι Μυκηναίοι Έλληνες γνώριζαν καλά τους Θράκες, ενώ δείγματα εισηγμένης μυκηναϊκής κεραμικής που βρέθηκαν στα βόρεια Βαλκάνια μαρτυρούν εμπορικές σχέσεις και πιθανές επισκέψεις Μυκηναίων Ελλήνων στην περιοχή. Ωστόσο, τις αρχαιότερες γραπτές μαρτυρίες για τη Θράκη μας τις παρέχουν τα ομηρικά έπη. Μολονότι οι πληροφορίες αυτές από ιστορική σκοπιά δε φαίνονται αρκετά αξιόπιστες, αντανακλούν τις πρώιμες εντυπώσεις των Ελλήνων σχετικά με τις περιοχές πέρα από τη βόρεια περιφέρεια του κόσμου τους. Αργότερα, μια σειρά από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, όπως ο Ηρόδοτος, ο Ησίοδος, ο Εκαταίος, ο Ελλάνικος, ο Πίνδαρος, ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης, ο Αριστοφάνης, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Δημοσθένης, ο Αισχίνης, ο Αριστοτέλης, ο Θεόφραστος, ο Πολύβιος, ο Στράβων και πολλοί άλλοι συχνά παρέχουν αξιόπιστες και σχετικά αντικειμενικές, αν και όχι πλήρεις, μαρτυρίες, λαμβάνοντας συνήθως πληροφορίες από τους Έλληνες που ζούσαν στην αρχαία Θράκη.2 Ορισμένοι Έλληνες ιστορικοί, όπως ο Θουκυδίδης και ο Ξενοφών, είχαν προσωπικές εμπειρίες από τη Θράκη και γνώριζαν καλά την περιοχή, την οποία περιγράφουν εκτενώς στα έργα τους.
2. Γραμματειακές πηγές Ενώ οι περισσότερες πηγές της αρχαίας γραμματείας είναι συχνά μεροληπτικές, αόριστες και ελλιπείς, μια σειρά από αρχαίες ελληνικές επιγραφικές μαρτυρίες παρέχουν αξιόπιστες πληροφορίες για τη Θράκη κατά την Κλασική και την Ελληνιστική περίοδο.3 Ορισμένες επιγραφές, όπως αυτές που βρέθηκαν στη Σευθόπολη,4 την Πίστυρο,5 το Σμποριάνοβο6 και τη Μεσημβρία,7 παρέχουν πολύτιμα στοιχεία για τη θρακική ιστορία, τη γεωγραφία και την τοπογραφία και καταδεικνύουν ότι η ελληνική αποτελούσε την επίσημη γλώσσα της θρακικής αριστοκρατίας και χρησιμοποιούνταν στη διπλωματία, ενώ Έλληνες κατοικούσαν στην ενδοχώρα της Θράκης, στα εμπόρια ή μεταξύ των κατά τόπους φυλών. Όντως δύο επιγραφές από την ενδοχώρα της Θράκης αναφέρονται σε Έλληνες που ζούσαν στην περιοχή κατά την Ύστερη Κλασική και Πρώιμη Ελληνιστική περίοδο και μας προσφέρουν μια καλή ευκαιρία να εξετάσουμε τις σχέσεις ανάμεσα στους Έλληνες και τους ντόπιους Θράκες. Η επιτύμβια στήλη από το Πάρβενετς8 ανήκε στον Αντιφάνη, γιο του Ηράνδρου, και η αναθηματική επιγραφή από το Σμποριάνοβο αναφέρεται στο Μενέχαρμο, γιο του Ποσειδωνίου. Επιπλέον, αυτές οι επιγραφικές μαρτυρίες υποστηρίζουν ξεκάθαρα τις πάμπολλες ιστορικές πηγές που αναφέρονται στους Έλληνες της θρακικής ενδοχώρας. Σημαντικότερη σε αυτό το πλαίσιο, ωστόσο, είναι η προαναφερθείσα επιγραφή από την Πίστυρο, η οποία μαρτυρά σαφώς ότι κατά την Κλασική περίοδο Έλληνες είχαν ήδη εγκατασταθεί στην ενδοχώρα της Θράκης και είχαν ιδρύσει εμπόρια, όπως αυτό της Πιστύρου. Σύμφωνα με την επιγραφή, οι Έλληνες άποικοι είχαν πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με τους Θράκες βασιλείς, ενώ το εμπόριο της Πιστύρου κατοικούνταν από ανάμεικτο πληθυσμό Ελλήνων και Θρακών, όπως διαφαίνεται από τα ευρήματα και τις επιγραφικές μαρτυρίες από τον αρχαιολογικό χώρο.
Επιπλέον, ορισμένες πηγές της αρχαίας γραμματείας μαρτυρούν ότι κατά την Κλασική και την Πρώιμη Ελληνιστική περίοδο οι Έλληνες ίδρυσαν στην ενδοχώρα της Θράκης αγορές και εμπορικούς οικισμούς.9 Αναμφίβολα, το σημαντικότερο ιστορικό γεγονός (από την άποψη των επιπτώσεων στις θρακικές φυλές), πριν από τον ελληνικό αποικισμό της ενδοχώρας της Θράκης, ήταν ο αποικισμός του βόρειου Αιγαίου και των δυτικών ακτών του Εύξεινου Πόντου της αρχαίας Θράκης από Έλληνες.10 Ενώ πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων φανερώνουν έντονες επαφές μεταξύ Ελλήνων και Θρακών πριν από τον αποικισμό, οι αρχαιότερες ελληνικές αποικίες στη Θράκη, όπως η Μένδη, η Άκανθος, η Ποτίδαια, τα Άβδηρα, η Θάσος, η Μαρώνεια, η Σαμοθράκη, η Σηστός, η Καρδία, η Σηλυβρία, το Βυζάντιο, η Απολλωνία και η Ίστρος, ιδρύθηκαν από τα μέσα του 8ου μέχρι το τέλος του 7ου αι. π.Χ., ενώ εντατικότερος εποικισμός πραγματοποιήθηκε τους επόμενους δύο αιώνες. Οι κυριότερες ελληνικές πόλεις που ίδρυσαν αποικίες στη Θράκη ήταν η Μίλητος, τα Μέγαρα, η Χαλκίδα, η Ερέτρια, η Τέως, η Κόρινθος, η Άνδρος, η Πάρος, η Χίος, οι Κλαζομενές, η Λέσβος, η Σάμος κ.ά.
3. Συνέπειες του ελληνικού αποικισμού Ο ελληνικός αποικισμός έδωσε έναυσμα σε πολλαπλές και έντονες πολιτικές, οικονομικές, εθνοτικές και πολιτισμικές σχέσεις και αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε Έλληνες και Θράκες, οδηγώντας στο σταδιακό εξελληνισμό της θρακικής αριστοκρατίας και ορισμένων φυλών που κατοικούσαν στις παραθαλάσσιες περιοχές του δυτικού Εύξεινου Πόντου και του βόρειου Αιγαίου. Μολονότι οι Θράκες δε δημιούργησαν δική τους γραμματεία, με την πάροδο του χρόνου, μέσω των διάφορων επαφών τους και αλληλεπιδράσεων με τους Έλληνες γείτονές τους, ορισμένοι υιοθέτησαν το ελληνικό αλφάβητο με μεγάλη επιτυχία· σε ορισμένες περιπτώσεις η γραφή αυτή χρησιμοποιούνταν στις διπλωματικές σχέσεις, σε λατρευτικές δραστηριότητες, σε τελετές και σε ορισμένες κηδείες για την καταγραφή των ονομάτων των αποβιωσάντων αριστοκρατών. Επιπλέον, έχουμε πολλά δείγματα επιγραφών με ελληνικούς χαρακτήρες αλλά στη θρακική γλώσσα, τα οποία μας παρέχουν περισσότερες ευκαιρίες να εξετάσουμε την ποικιλομορφία των αλληλεπιδράσεων. Ταυτόχρονα, η θρακική κουλτούρα επίσης επηρέασε την ελληνική γραμματεία, εικονογραφία και λατρεία.11 Ως αποτέλεσμα, ορισμένες θρακικές θεότητες λατρεύονταν από Έλληνες, και απεικονίσεις Θρακών, που συνήθως παρουσιάζονται ως πολεμιστές, εμφανίζονται σε γραπτά ελληνικά αγγεία. Ταυτόχρονα, ορισμένες μυθικές μορφές των Θρακών, όπως ο Ορφέας, ο Ρήσος, ο Λυκούργος, ο Τηρεύς και άλλοι, έγιναν ιδιαίτερα δημοφιλείς στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Για την ακρίβεια, η όλη ιστορική διαδικασία ακολούθησε το μοντέλο της αλληλεπίδρασης μεταξύ κέντρου και περιφέρειας, το οποίο μαρτυρείται σε πολλά άλλα μέρη του αρχαίου κόσμου. Από την άλλη, σημαντικός αριθμός Θρακών, οι οποίοι ήταν συνήθως μισθοφόροι ή σκλάβοι, εξαπλώθηκαν σε όλες τις περιοχές της κλασικής Ελλάδας και στον ελληνιστικό κόσμο, όπως αποκαλύπτεται από πάμπολλες πηγές της αρχαίας γραμματείας και επιγραφικές μαρτυρίες.12 Η εγκατάσταση Ελλήνων στη Θράκη και τα πολιτικά συμφέροντα των ελληνικών πόλεων και αποικιών κινητοποίησαν διμερείς σχέσεις με τη θρακική αριστοκρατία και ειδικά με τους βασιλείς που ήλεγχαν το θρακικό βασίλειο των Οδρυσών κατά την Κλασική περίοδο.13 Έτσι, το 431 π.Χ. ο Σιτάλκης (περί το 440-424 π.Χ.) αναδείχθηκε σε σημαντικό σύμμαχο της Αθήνας κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο και το 429 π.Χ. οργάνωσε μια στρατιωτική εκστρατεία εναντίον της Χαλκιδικής και της αρχαίας Μακεδονίας, ενώ στο γιο του Σάδοκο απονεμήθηκε η ιδιότητα του Αθηναίου πολίτη. Αργότερα ο βασιλιάς των Οδρυσών Κότυς Α΄ (383-359 π.Χ.) επίσης διατηρούσε ενεργές και σύνθετες πολιτικές σχέσεις με την Αθήνα και έλαβε την ιδιότητα του Αθηναίου πολίτη. Οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στις θρακικές φυλές και τις ελληνικές αποικίες στο βόρειο Αιγαίο και τις δυτικές ακτές του Εύξεινου Πόντου ήταν σημαντικότατες. Οι ελληνικές αποικίες είχαν εκτενείς εμπορικές συναλλαγές τόσο με τις παραθαλάσσιες περιοχές της Θράκης όσο και με την ενδοχώρα της. Συνήθως η Θράκη εξήγε σκλάβους, ζώα κτηνοτροφίας, μέλι, μελισσοκέρι, σιτηρά, κρασί, ξυλεία, πίσσα, μεταλλεύματα κ.ά., ενώ οι Θράκες της ενδοχώρας εισήγαν αττική ερυθρόμορφη και μελανόμορφη κεραμική, αργυρά και χρυσά αγγεία, πολυτελή χάλκινα επιτραπέζια σκεύη, χρυσά και αργυρά κοσμήματα, όπλα, κρασί, ελαιόλαδο και άλλα προϊόντα.14 Η συνήθης υπόθεση είναι ότι η αρχική ανταλλαγή σε είδος σταδιακά υποχώρησε με την κυκλοφορία των νομισμάτων, μολονότι και αυτοί οι τρόποι συναλλαγής χρησιμοποιούνταν στις εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στους Έλληνες και τους Θράκες.
4. Στοιχεία από τέχνεργα Σημαντικότατοι για τη μελέτη των εμπορικών σχέσεων είναι οι πάμπολλοι ελληνικοί αμφορείς της Κλασικής και Ελληνιστικής περιόδου που εισάγονταν στη Θράκη, οι οποίοι και παρέχουν αντικειμενικές και ολοκληρωμένες πληροφορίες σχετικά με τις πάγιες οικονομικές επαφές με σημαντικά ελληνικά παραγωγικά και εμπορικά κέντρα.15 Οι αμφορείς που εισάγονταν στη Θράκη προέρχονται από τη Θάσο, τη Ρόδο, τη Σινώπη, την Κνίδο, την Ποντική Ηράκλεια, την Κω, την Κόρινθο, τη Χίο, την Κολοφώνα, την Άκανθο, την Αμφίπολη, την Αίνο και άλλες περιοχές. Κατ’ εικασίαν οι εμπορικές επαφές μεταξύ απομακρυσμένων τοποθεσιών ήταν συνήθως έμμεσες και διατηρούνταν μέσω των ελληνικών αποικιών στις θρακικές ακτές. Επιπλέον, μεγάλος αριθμός διάφορων νομισμάτων που κόβονταν στις αρχαίες ελληνικές πόλεις διείσδυσαν στη Θράκη από τον 6ο αι. π.Χ. και μετά, μαρτυρώντας ξεκάθαρα τις έντονες εμπορικές σχέσεις.16 Οι ελληνικές αποικίες της Θράκης, όπως μεταξύ άλλων η Μαρώνεια και η Μεσημβρία, επίσης έκοβαν δικά τους νομίσματα για τις ανάγκες των κατά τόπους αγορών, για τις εμπορικές συναλλαγές.17
5. Αντικατοπτρισμοί στη λατρεία Ο ελληνικός αποικισμός της Θράκης και οι ακμαίες σχέσεις μεταξύ Ελλήνων και Θρακών αντικατοπτρίζονται επίσης στο χώρο της λατρείας. Ορισμένοι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Ηρόδοτος,18 απέδιδαν ονόματα ελληνικών θεών στις θεότητες που λατρεύονταν από τους Θράκες, συνήθεια που συχνά ερμηνεύεται ως λογοτεχνικό εύρημα με στόχο τη «μετάφραση» της θρακικής θρησκευτικής πραγματικότητας για χάρη των αρχαίων Ελλήνων αναγνωστών. Ωστόσο, πολλά επιγραφικά ευρήματα του 4ου και του πρώιμου 3ου αι. π.Χ. από την ενδοχώρα της Θράκης, όπως οι προαναφερθείσες επιγραφές από την Πίστυρο, τη Σευθόπολη και το Σμποριάνοβο, τεκμηριώνουν τη λατρεία του Διονύσου, του Απόλλωνος, της Αρτέμιδος Φωσφόρου και των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη, γεγονός που φανερώνει τον εξελληνισμό της θρακικής θρησκείας, τουλάχιστον στους κύκλους της θρακικής αριστοκρατίας και των κατοίκων των θρακικών πόλεων. Συν τοις άλλοις, ο Ηρόδοτος περιγράφει τους βασιλείς της θρακικής φυλής των Δολόγκων, που επισκέφθηκαν τους Δελφούς προκειμένου να ζητήσουν συμβουλές από το μαντείο, με αποτέλεσμα να προσκαλέσουν το Μιλτιάδη τον Πρεσβύτερο να κυβερνήσει την περιοχή τους στη Θρακική χερσόνησο.19 Η συγκεκριμένη ιστορία αποτελεί εξαιρετικό τεκμήριο της αμοιβαίας σχέσης μεταξύ Θρακών και Ελλήνων στους τομείς της πολιτικής, της θρησκείας και της λατρείας. Ταυτόχρονα εξαπλώθηκε και η λατρεία ορισμένων θρακικών θεοτήτων στην αρχαία Ελλάδα και στις περιοχές της ελληνιστικής κοινής. Μεταξύ των γνωστότερων παραδειγμάτων αυτής της εξέλιξης είναι οι θρακική θεά Βένδις, η οποία λατρευόταν και προς τιμήν της τελούνταν εορτές στην Αθήνα και σε άλλα μέρη του αρχαίου κόσμου.20
1. Best, J.G.P., “Thrakische Namen in mykenischer Schrift”, στο Best, J.G.P. – De Vries, N.M.W. (επιμ.), Thracians and Mycenaeans. Proceedings of the Fourth International Congress of Thracology (Leiden – Sofia 1989), σελ. 135-142. 2. Οι ελληνικές γραμματειακές πηγές σχετικά με τη Θράκη έχουν συγκεντρωθεί στα Велоков, В. – Гочева, З. – Тъпкова-Заимова, В. (επιμ.), Извори за историята на Тракия и траките 1 (София 1981)˙ Гочева, З. (επιμ.), Извори за историята на Тракия и траките 2 (София 2002). 3. Mihailov, G., Inscriptiones Graecae in Bulgaria repertae I-V (Serdicae 1958-1998)· Mihailov, G., “Les inscriptions comme source de l’histoire des Etats thraces”, Pulpudeva 4 (1980), σελ. 21-26· Fraser, P.M., The Inscriptions on Stone (Samothrace 2:1, New York 1960). 4. Dimitrov, D.P. – Chichikova, M., The Thracian City of Seuthopolis (BAR-SS 38, Oxford 1978). 5. Velkov, V. – Domaradzka, L., “Kotys I (383/2 - 359 av.J.-C.) et l’emporion Pistiros de Thrace”, BCH 118 (1994), σελ. 1-15· Domaradzka, L. – Domaradzki, M., “Population Structure of Pistiros (5th-4th C. BC)”, AncMac 6:1 (1996), σελ. 383-92· Bouzek, J. – Domaradzki, M. – Archibald, Z.H. (επιμ.), Pistiros I: Excavations and Studies (Prague 1996)· Bouzek, J. – Domaradzki, M. – Archibald, Z.H. (επιμ.), Pistiros II: Excavations and Studies (Prague 2002)· Tsetskhladze, G.R., “Pistiros in the System of Pontic Emporia”, στο Domaradzki, M. (επιμ.), Pistiros et Thasos. Structures economiques dans la Peninsule Balkanique aux VII-IIe siecles avant J.-C. (Opole 2000), σελ. 233-246. 6. Chichikova, M., “Novootkrit epigrafski pametnik za kulta na Fosforos v Severoiztochna Trakiya”, Terra Antiqua Balcanica 4 (1990), σελ. 82-92· Stoyanov, T. – Mihailova, Z. – Nikov, K. – Nikolaeva, M. – Stoyanova, D., The Getic Capital in Sboryanovo (Sofia 2006), σελ. 51-52. 7. Galabov, I., “Edin novootkrit nadpis ot Nesebar”, Izvestiya na Narodniya Muzei v Burgas 1 (1950), σελ. 7-22. 8. Gerassimova, V. – Rousseva, M. – Kissyov, K., “Nepublikuvani trakiiski pametnitsi ot zemlishtata na selata Brestovitsa i Parvenets, Plovdivsko”, Izvestiya na Muzeite ot Yuzhna Bulgaria 18 (1992), σελ. 74-78. 9. Θουκ. 1.100.2· Ψ. Σκύλ. 67· Αρρ., Αν. 1.1.6. 10. Danov, C., Altthrakien (Berlin – New York 1976)· Boardman, J., The Greeks Overseas. Their Early Colonies and Trade (London 1980)· Boardman, J., The Diffusion of Classical Art in Antiquity (London 1994)· Isaac, B., The Greek Settlements in Thrace until the Macedonian Conquest (Leiden 1986)· Loukopoulou, L., Contribution a l’histoire de la Thrace propontique durant la periode archaicque (Meletemata 9, Athènes 1989)· Tsetskhladze, G.R., “Greek Colonisation of the Black Sea Area: Stages, Models, and Native Population”, στο Tsetskhladze, G.R. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea Area. Historical Interpretation of Archaeology (Stuttgart 1998), σελ. 9-68· Archibald, Z.H., The Odrysian Kingdom of Thrace. Orpheus Unmasked (Oxford 1998)· Musielak, M., Społeczeństwo greckich miast zachodnich wybrzeży Morza Czarnego (Poznań 2003)· Avram, A. – Hind, J. – Tsetskhladze, G.R., “The Black Sea Area”, στο Hansen, M.H. – Nielsen, T.H. (επιμ.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis (Oxford 2004), σελ. 924-973· Oppermann, M., Die westpontischen Poleis und ihr indigenes Umfeld in vorrömischer Zeit (Schriften des Zentrums für Archäologie und Kulturgeschichte des Schwarzmeerraumes 2, Langenweißbach 2004). 11. Danov, C., Altthrakien (Berlin – New York 1976)· Mihailov, G., Trakite (Sofia 1972)· Popov, D., Trakiiskata boginya Bendida (Sofia 1981)· Fol, A., Istoriya na bulgarskitezemi v drevnostta do kraya na III v.pr.Hr. (Sofia 1997)· Archibald, Z.H. (επιμ.), Pistiros I: Excavations and Studies (Prague 1996)· Τσιαφάκη, Δ., Η Θράκη στην αττική εικονογραφία του 5ου αι. π.Χ. (Κομοτηνή 1998). 12. Griffith, G.T., The Mercenaries of the Hellenistic World (Groningen 1968); Best, J.G., Thracian Peltasts and their Influence on Greek Warfare (Groningen 1969)· Danov, C., Altthrakien (Berlin – New York 1976)· Mihailov, G., Trakite (Sofia 1972)· Fol, A., Istoriya na bulgarskitezemi v drevnostta do kraya na III v.pr.Hr. (Sofia 1997)· Velkov, V. – Fol, A., Les Thraces en Egypte greco-romaine (Studia Thracica 4, Sofia 1977)· Archibald, Z.H. (επιμ.), Pistiros I: Excavations and Studies (Prague 1996). 13. Archibald, Z.H. (επιμ.), Pistiros I: Excavations and Studies (Prague 1996). 14. Danov, C., Altthrakien (Berlin – New York 1976)· Mihailov, G., Trakite (Sofia 1972)· Reho, M., La ceramica attica a figure nere e rosse nella Tracia bulgara (Archeologica 86, Roma 1990)· Tsetskhladze, G.R., “Trade on the Black Sea in the Archaic and Classical Periods: Some Observations”, στο Parkins, H. – Smith, C. (επιμ.), Trade, Traders and the Ancient City (London – New York 1998), σελ. 52-74· Archibald, Z.H., The Odrysian Kingdom of Thrace. Orpheus Unmasked (Oxford 1998), σελ. 177-196· Domaradzki, M. (επιμ.), Pistiros et Thasos. Structures economiques dans la Peninsule Balkanique aux VIIe-IIe siecles avant J.-C. (Opole 2000)· Theodossiev, N., North-Western Thrace from the Fifth to First Centuries BC (BAR-IS 859, Oxford 2000), σελ. 92-100· Lazarov, M., Drevnogratskata risuvana keramika ot Bulgaria (Varna 2003). 15. Getov, L., Amfori i amfornipechati otKabyle (IV-IIv.pr.n.e.) (Sofia 1995). 16. Thompson, M. – Morkholm, O. – Kraay, C.M., An Inventory of Greek Coin Hoards (New York 1973). 17. Mushmov, N., Antichnite moneti na Balkanskiya poluostrov i monetite na bulgarskite tsare (Sofia 1912)· Gaebler, H., Die antiken Münzen von Makedonia und Paionia (Die antiken Münzen Nord-Griechenlands 3:2, Berlin 1935)· Schönert-Geiss, E., Griechisches Münzwerk. Die Münzpragung von Maroneia (Berlin 1987)· Karayotov, I., Monetosecheneto na Mesambria (Burgas 1992). 20. Popov, D., Trakiiskata boginya Bendida (Sofia 1981).
|
|
|