1. Εισαγωγή
Στη δυτική όχθη του χειμάρρου που διασχίζει την κοιλάδα του Πυρίου, γνωστή με το όνομα Λιθαρές, ανάμεσα στους λόφους Κοκκινόβραχος και Στρούλογγος και σε πολύ μικρή απόσταση από τη νοτιοανατολική ακτή της λίμνης Υλίκης βρέθηκαν τα ερείπια ενός οικισμού της 3ης χιλιετίας π.Χ. Σε κοντινή απόσταση, ανατολικά του χειμάρρου, στη δυτική κλιτύ του λόφου Κοκκινόβραχος ανασκάφηκε το νεκροταφείο του οικισμού που αριθμεί 50 τάφους. Η επιλογή της θέσης στους πρόποδες του λόφου Στρούλογγος χαρακτηρίζεται ιδανική για τις ανάγκες μιας γεωργικής εγκατάστασης, καθώς θα παρείχε ένα είδος φυσικής προστασίας και θα εξασφάλιζε στους κατοίκους την επάρκεια σε νερό και την άμεση πρόσβαση στην εύφορη γη του θηβαϊκού κάμπου που απλώνεται προς νότο.
Ο οικισμός κατοικήθηκε αδιάκοπα από την Πρωτοελλαδική Ι (±3200-2800 π.Χ.) μέχρι και μετά τα μέσα της Πρωτοελλαδικής ΙΙ περιόδου (±2400 π.Χ.), εποχή κατά την οποία εγκαταλείφθηκε, και ο πληθυσμός του πιθανότατα μετοίκησε στη Θήβα, που βρίσκεται μόλις 12 χλμ. νοτιότερα και η οποία στα τέλη της Πρωτοελλαδικής ΙΙ αποτέλεσε το κυρίαρχο αστικό κέντρο της Βοιωτίας.
2. Οικιστική οργάνωση
Η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε επτά διαδοχικές οικοδομικές φάσεις, από τις οποίες μόνο στην έβδομη, στο ανώτερο στρώμα της ανασκαφής, διατηρούνται σε ικανοποιητικό βαθμό τα οικοδομικά κατάλοιπα. Ο κατοικημένος χώρος ο οποίος θα καταλάμβανε έκταση μικρότερη των 40 στρεμμάτων διαμορφώθηκε βάσει ενός σχεδίου με ενδείξεις στοιχειώδους πολεοδομικής οργάνωσης. Η δομή του οικισμού είναι επιμήκης καθώς αναπτύσσεται εκατέρωθεν ενός μακρόστενου δρόμου, το αποκαλυφθέν τμήμα του οποίου έχει μήκος 67 μ. και πλάτος που κυμαίνεται από 1,70 έως 3,50 μ. Αυτός ο οδικός άξονας αποτελεί το δημόσιο χώρο κατά μήκος του οποίου διατάσσονται χωρίς συγκεκριμένο σχεδιασμό 56 χώροι, δωμάτια και διάδρομοι, ορθογώνιας ή τραπεζιοειδούς κάτοψης, μικρού ή μεσαίου μεγέθους. Καθώς η δόμηση είναι πυκνή και ο ένας χώρος εφάπτεται στον άλλον, είναι δύσκολη η αναγνώριση συγκεκριμένου αριθμού οικιών. Επιπλέον, οι τοίχοι διατηρούνται μόνο στην κατώτατη στρώση των θεμελίων και δε σώζονται τα κατώφλια, δηλωτικά της επικοινωνίας των χώρων. Το μοναδικό δωμάτιο στο οποίο αναγνωρίζεται με ασφάλεια άνοιγμα εισόδου, και μάλιστα από τον κεντρικό δρόμο του οικισμού, είναι το αποκαλούμενο ιερό. Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η ανασκαφέας Τζαβέλλα-Evjen, βασιζόμενη στην κατεύθυνση των θεμελίων των δωματίων, διέκρινε 18 οικίες αποτελούμενες από 1 έως και 4 δωμάτια.
Η κατασκευή των κτισμάτων είναι σχετικά επιμελημένη. Τα θεμέλια των τοίχων είναι λίθινα, πλάτους περίπου 0,50 μ., και τα δάπεδα είτε στρώνονται με χαλίκι ή βότσαλο είτε είναι πηλόχριστα. Στο εσωτερικό των δωματίων συνηθίζονται κατασκευές που σχετίζονται άμεσα με τη λειτουργία των χώρων και τις καθημερινές δραστηριότητες των κατοίκων, όπως κυκλικές ή ημικυκλικές εστίες για το μαγείρεμα, λιθοστρώσεις κατά μήκος των τοίχων πάνω στις οποίες θα τοποθετούσαν πήλινα σκεύη ή ακόμα και ψάθινα δοχεία προκειμένου να προστατεύσουν το περιεχόμενό τους από την υγρασία, καθώς και μικροί κυκλικοί βόθροι επιχρισμένοι με πηλό για την τοποθέτηση πίθων.
Όσον αφορά τη λειτουργία των δωματίων, τα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής και της οικοδομικής τεχνικής δε συνηγορούν στη διαφοροποίησή τους. Συνεπώς, η μόνη διάκριση μπορεί να βασιστεί στα ευρήματα που συλλέχτηκαν από το εσωτερικό τους. Αν και όλοι οι χώροι έδωσαν τις ίδιες κατηγορίες ευρημάτων, εντούτοις, λόγω της μεγαλύτερης συγκέντρωσης των απορριμμάτων από την κατεργασία των λίθινων εργαλείων από οψιανό σε κάποια δωμάτια, πιθανολογείται η ύπαρξη εργαστηριακών χώρων. Επίσης, ξεχωρίζει η περίπτωση της συγκέντρωσης 16 πήλινων ταυροειδών ειδωλίων γύρω από σωρό στάχτης, ίσως εστία, στο χώρο με αρ. 17, που έχει ερμηνευτεί ως ιερό ή εργαστηριακός χώρος.
3. Κινητά ευρήματα
Στα κινητά ευρήματα αντιπροσωπεύονται όλες οι συνήθεις κατηγορίες αντικειμένων που απαντούν σε άλλους σύγχρονους οικισμούς και σχετίζονται κατά κύριο λόγο με τις καθημερινές δραστηριότητες των ανθρώπων μιας γεωργοκτηνοτροφικής κοινότητας (παρασκευή και κατανάλωση τροφής, επεξεργασία δερμάτων, ύφανση, κυνήγι κ.λπ.), αλλά και με δραστηριότητες που ενδεχομένως αφορούν ιδιαίτερες κοινωνικές περιστάσεις ή ατομικές πρακτικές με λατρευτικό ή αποτροπαϊκό περιεχόμενο (ζωόμορφα ειδώλια, σχηματοποιημένα ανθρωπόμορφα λίθινα ειδώλια). Η αναγνώριση σημάτων κεραμέων σε θραύσματα αγγείων και η παρουσία όχι μόνο τέχνεργων αλλά και πυρήνων οψιανού είναι κάποιες μόνο από τις ενδείξεις για ύπαρξη εξειδικευμένων τεχνιτών. Επίσης, η ποικιλία των αντικειμένων και η ύπαρξη ειδών και τύπων που εισάγονται ή μιμούνται πρότυπα γνωστά από το χώρο των Κυκλάδων, της Πελοποννήσου αλλά και της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας καταδεικνύει το εύρος των επαφών και των εμπορικών σχέσεων που θα είχαν αναπτύξει οι κάτοικοι των Λιθαρών (τηγανόσχημα πήλινα αγγεία, λίθινα εργαλεία από οψιανό της Μήλου, μόλυβδος από το Λαύριο και τη Σέριφο, μαρμάρινα σκεύη από τις Κυκλάδες κ.λπ.).
Την πιο πολυπληθή κατηγορία ευρημάτων συγκροτούν τα κεραμικά σκεύη τα οποία καλύπτουν όλο το εύρος των καθημερινών αναγκών που σχετίζονται με την αποθήκευση γεωργικών προϊόντων και νερού, την τροφοπαρασκευή, την προσφορά αλλά και την κατανάλωση τροφής ή ποτού. Όλα τα αγγεία είναι χειροποίητα και κατά κανόνα αλείφονται με καστανέρυθρο, ερυθρό ή σπανιότερα μαύρο επίχρισμα, ενώ οι επιφάνειές τους στιλβώνονται. Μεγάλη ποικιλία στους τύπους παρουσιάζουν οι ημισφαιρικές φιάλες με απλό, έσω νεύον ή χείλος σε σχήμα Τ και ακολουθούν τα πινάκια, οι σκύφοι με δύο λαβές και τα κύπελλα. Εμβληματικό είδος αγγείου για την Πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο είναι οι ραμφόστομες ελλειψοειδείς φιάλες, γνωστές ως σαλτσιέρες, που βρέθηκαν άφθονες στην έκτη και έβδομη οικοδομική φάση του οικισμού. Πρόκειται για σκεύη εξαιρετικής ποιότητας, από καθαρό πηλό, ιδιαίτερα λεπτά τοιχώματα και στιλπνό καστανέρυθρο ή υπόλευκο επίχρισμα. Αξιόλογο είναι και το ποσοστό των τηγανόσχημων αγγείων κυκλαδικού τύπου, ντόπιων ή εισαγόμενων, κάποια από τα οποία φέρουν τη χαρακτηριστική εγχάρακτη διακόσμηση με σπείρες, τρίγωνα και ομόκεντρους κύκλους. Εγχάρακτη διακόσμηση έχουν και οι σφαιρικές πυξίδες που βρέθηκαν σε μικρότερο ποσοστό. Τέλος, σημαντικός είναι ο αριθμός των μαγειρικών σκευών, των αμφορέων και των κρατευτών, ενώ σπανιότερα είναι τα πιθάρια σε ποικιλία μεγεθών.
Επίσης, συλλέχτηκε πληθώρα εργαλείων και μικροαντικειμένων, όπως λεπίδες οψιανού σε αφθονία, λεπίδες πυριτόλιθου, ακόνες, τριπτήρες, πήλινες αγνύθες, σφονδύλια, δίσκοι, βαρίδια και πήλινα αγκυρόσχημα, χάλκινες σμίλες, βελόνες, ένα εγχειρίδιο, οστέινοι οπείς και λίθινες χάντρες.