Παλάτι Βουκολέοντος

1. Εισαγωγή

1.1. Τοποθεσία και προέλευση του ονόματος του ανακτόρου του Βουκολέοντος

Το ανάκτορο του Βουκολέοντος βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, στην ακτή της θάλασσας του Μαρμαρά, νότια του Μεγάλου Παλατιού και ανατολικά του ναού των Αγίων Σεργίου και Βάκχου (εικ. 1, 11).1 Αργότερα, επί Νικηφόρου Β΄ Φωκά (963-969), το ανάκτορο του Βουκολέοντος ενσωμάτωσε μέρος του Μεγάλου Παλατιού.2 Το όνομά του συνδέεται με μία μαρμάρινη γλυπτή σύνθεση που ήταν τοποθετημένη στην αποβάθρα του λιμανιού και παρίστανε ένα βόδι και ένα λιοντάρι.3

1.2. Ιστορία της έρευνας

Τα πρώτα θεμέλια της συστηματικής μελέτης του μνημείου τέθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Ο Πασπάτης, στο πλαίσιο της έρευνας της τοπογραφίας της Κωνσταντινούπολης και ειδικότερα των ανακτόρων, αναφέρθηκε και στο παλάτι του Βουκολέοντος.4 Αργότερα, ο Millingen μελέτησε το ανάκτορο συνδυάζοντας τις γραπτές πηγές με τις επισημάνσεις παλαιότερων μελετητών.5 Το 1934 ακολούθησε η μελέτη των Mamboury και Wiegand, που βασίστηκε στα εναπομείναντα αρχαιολογικά λείψανα και περιείχε πλήθος κατόψεων, φωτογραφιών καθώς και υποθετικών αναπαραστάσεων.6 Στη συνέχεια, ο Guilland δημοσίευσε σειρά άρθρων που βασίστηκαν κυρίως στις πηγές,7 ενώ ο Müller-Wiener μιλώντας για την τοπογραφία της Κωνσταντινούπολης αναφέρθηκε στην ιστορία του μνημείου.8 Τέλος, ο Mango προσπάθησε να εντοπίσει τα όρια του παλατιού από τα αρχαιολογικά κατάλοιπα.9

1.3. Πηγές

Το όνομα Βουκολέων μαρτυρείται πρώτη φορά στις γραπτές πηγές μόλις το 800 («επί τον Βουκολέοντα και την Σιδηράν διαβιβάσας»).10 Ο Κίνναμος11 και ο Λέων Γραμματικός12 αναφέρουν πως το δυτικό τμήμα του λειτουργούσε ως φυλακή ενώ τα Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως προσδιορίζουν τη θέση του ανακτόρου και το διακρίνουν από το παλάτι του Ορμίσδα.13 Τα κείμενα του 9ου και του 10ου αιώνα με αυτή την ονομασία αναφέρονται στην ακτή και το λιμάνι, ενώ περιστασιακά και στον εξώστη του ανακτόρου που έβλεπε προς το λιμάνι.14 Τέλος, η Άννα Κομνηνή στην Αλεξιάδα ταυτίζει το ανάκτορο του Βουκολέοντος με το «υπερκείμενον παλάτιον».15

2. Αρχιτεκτονικές φάσεις του ανακτόρου

Από τη σημερινή μορφή του αυτοκρατορικού συγκροτήματος ελάχιστα τμήματα του εσωτερικού χώρου διατηρούνται και καθίσταται δύσκολη η αποκατάσταση της κάτοψής του. Συγκεκριμένα, πάνω από τα θεμέλια και μέσα από τα ερείπια διανοίχτηκαν οι γραμμές του σιδηροδρόμου (1871) που συνδέει την Κωνσταντινούπολη με την Ευρώπη (εικ. 2).16 Παράλληλα, η πλευρά του προς τη θάλασσα έχει ισοπεδωθεί και διασχίζεται από οδό ευρείας κυκλοφορίας που περιτρέχει ολόκληρο το θαλάσσιο τείχος του Μαρμαρά. Παρ’ όλα αυτά, ο Guilland θεωρεί πως μόνο ο άνω όροφος του ανακτόρου μπορούσε να κατοικηθεί και λειτουργούσε ως έπαυλη, ενώ το κάτω τμήμα χρησίμευε ως στρατώνας ή καταυλισμός για τους ναύτες.17

Η πρώτη οικοδομική φάση του συγκροτήματος αποδίδεται στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄ (408-450)18 και θα πρέπει να αναζητηθεί κατά μήκος των τειχών της ακτής του Μαρμαρά, από την πύλη των Λεόντων (Catladikapi) μέχρι και την τοποθεσία όπου ανεγέρθηκε η Νέα Εκκλησία.19 Τα αποσπασματικά αρχαιολογικά λείψανα ωστόσο δεν μπορούν να μας βοηθήσουν στην αναγνώριση αυτή.20

Μία πρώτη ανακατασκευή του ανακτόρου πραγματοποιήθηκε στα χρόνια της βασιλείας του Θεόφιλου (829-843). Αργότερα, ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Β΄ Φωκάς (963-969) σχεδίασε την ανέγερση νέων τειχών. Αυτό οδήγησε στην καταστροφή πολλών κτηρίων, στη μετατροπή του Μεγάλου Παλατιού σε κάστρο-ακρόπολη αλλά και στην ενσωμάτωση μέρους του Μεγάλου Παλατιού στο ανάκτορο του Βουκολέοντος.21 Το συμπέρασμα αυτό βασίστηκε σε κείμενο από το Νικόλαο Μεσαρίτη, καθώς και σε αρχαιολογικά δεδομένα όπως τα τείχη τόσο στη θέση Kapi agasi camii22 όσο και στη δυτική περίμετρο του ανακτόρου23 (εικ. 3-4).24

Κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο, το παλάτι εγκαταλείφθηκε από τους Παλαιολόγους και μετατράπηκε σε φυλακή. Αργότερα, στα πρώτους οθωμανικούς αιώνες στη θέση του ανεγέρθηκε συνοικία.25

Με βάση τα αρχαιολογικά κατάλοιπα και τα σχέδια μπορούμε να αποκαταστήσουμε μερικώς την πρόσοψη του ανακτόρου. Συγκεκριμένα, το ανώτερο τμήμα της πρόσοψης της δυτικής πλευράς, μέχρι και το έτος 1871, σύμφωνα με τα σχέδια του Choisuel-Gouffier, διακοσμούνταν με μία τυφλή τοξοστοιχία, στις άκρες της οποίας υπήρχαν μαρμάρινα λιοντάρια26 (9ος αιώνας, εικ. 5). (Πλέον τα λιοντάρια φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης.)27 Λίγο πιο ανατολικά βρισκόταν μία μικρή πύλη που εξασφάλιζε την πρόσβαση στο παλάτι (εικ. 6).28 Στην ανατολική πλευρά της αυτοκρατορικής κλίμακας αποβίβασης, κάτω από το ανάκτορο του Βουκολέοντος, βρέθηκε τραπεζοειδής κιστέρνα με έξι κίονες29 (εικ. 7). Τέλος, η ανατολική πτέρυγά του αποτελούνταν από συνεχόμενες αίθουσες που έβλεπαν στη θάλασσα και φωτίζονταν με μεγάλα παράθυρα με μαρμάρινα πλαίσια, ενώ υπήρχαν και εξώστες στηριζόμενοι σε κιλλίβαντες. Στο εσωτερικό διατηρούνται αποσπασματικά τα σταυροθόλια (εικ. 8).30

3. Γλυπτός διάκοσμος

Ο μόνος γλυπτός διάκοσμος που σώζεται είναι αυτός των κιονοκράνων της κιστέρνας. Τα κιονόκρανα αυτά είναι ιωνικά με επίθημα και έχουν στη στενή πλευρά τους το σύμβολο του σταυρού (εικ. 7). Χρονολογούνται στον 6o αιώνα.31




1. Γούναρης, Γ., Εισαγωγή στην Παλαιοχριστιανική Αρχαιολογία (Θεσσαλονίκη 1999), σελ. 187· Müller-Wiener, W., Bildlexikon zur Topographie Istanbuls (Tübingen 1977), σελ. 226, εικ. 258.

2. Mango, C., “The Palace of the Boukoleon”, Cahiers Archéologiques 45 (1997), σελ. 42.

3. Kazhdan, A. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium Ι (Oxford – New York 1991), σελ. 317, βλ. λ. “Boukoleon” (A. Kazhdan).

4. Πασπάτης, Α., Τα Βυζαντινά Ανάκτορα και τα πέριξ αυτών Ιδρύματα. Μεθ’ ενός χάρτου τοπογραφικού (Αθήναι 1885), σελ. 301-305.

5. Van Millingen, A., Byzantine Constantinople. The Walls of the city and the adjoining historical sites (London 1899), σελ. 278-287.

6. Mamboury, E. – Wiegand, T., Die Kaiserpaläste von Konstantinopel zwischen Hippodrom und Marmara-Meer (Berlin – Leipzig 1934), σελ. 1-25.

7. Guilland, R., “Constantinople byzantine: le Boucoléon, la plage du Boucoléon”, Byzantinoslavica 10 (1949), σελ. 16-27· Guilland, R., “Le Palais du Boukoléon”, Byzantinoslavica 11 (1950), σελ. 61-71· Guilland, R., “Le Port palatin du Boukoléon”, Byzantinoslavica 11 (1950), σελ. 187-206· Guilland, R., “Le palais d ̓ Hormisdas”, Byzantinoslavica 12 (1951), σελ. 210-237· Guilland, R., “Le palais de Boukoléon. L’assassinat de Nicéphore II Phokas”, Byzantinoslavica 13 (1952), σελ. 101-136.

8. Müller-Wiener, W., Bildlexikon zur Topographie Istanbuls (Tübingen 1977), σελ. 225-228.

9. Mango, C., “The Palace of the Boukoleon”, Cahiers Archéologiques 45 (1997), σελ. 41-50.

10. Halkin, F., Euphémie de Chalcédoine: legendes byzantins (Subsidia hagiographica 41, Bruxelles 1965), σελ. 89.

11. Κίνναμος, Ι., Επιτομή, Meineke, A. (επιμ.), Ioannis Cinnami epitomae verum ad Ioanne et Alexio Comnenis gestarum (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonnae 1836), σελ. 233, στίχ. 20-22.

12. Λέων Γραμματικός, Χρονογραφία, Bekkeri, Ι. (επιμ.), Leonis Grammatici Chronographia (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonnae 1842), σελ. 227, στίχ. 20-23.

13. Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, Περί κτισμάτων, Preger, Τ. (επιμ.), Scriptores Originum Constantinoupolitanarum (Lipsiae 1907), σελ. 256, παρ. 126.

14. Mango, C., “The Palace of the Boukoleon”, Cahiers Archéologiques 45 (1997), σελ. 41.

15. Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς, Reinsch D. – Kambylis A. (επιμ.), Annae Comnenae, Alexias (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 40:1, ser. Berolinensis, Berlin 2001), σελ. 89, στίχ. 65-68.

16. Mamboury, E. – Wiegand, T., Die Kaiserpaläste von Konstantinopel zwischen Hippodrom und Marmara-Meer (Berlin – Leipzig 1934), πίν. 40.

17. Guilland, R., “Le Palais du Boukoléon”, Byzantinoslavica 11 (1950), σελ. 65.

18. Müller-Wiener, W., Bildlexikon zur Topographie Istanbuls (Tübingen 1977), σελ. 225.

19. Guilland, R., “Le Palais du Boukoléon”, Byzantinoslavica 11 (1950), σελ. 62.

20. Γούναρης, Γ., Εισαγωγή στην Παλαιοχριστιανική Αρχαιολογία (Θεσσαλονίκη 1999), σελ. 188.

21. Mango, C., “The Palace of the Boukoleon”, Cahiers Archéologiques 45 (1997), σελ. 42.

22. Oθωμανικό κτίσμα που ανεγέρθηκε στην περιοχή του Μεγάλου Παλατιού.

23. Mango, C., “The Palace of the Boukoleon”, Cahiers Archéologiques 45 (1997), σελ. 43-45. Τα κτήρια που περιλαμβάνονται στο παλάτι του Βουκολέοντος, σύμφωνα με το Mango, είναι ο πύργος Κεντενάριον, η πύλη Σκύλα, ο Χρυσοτρίκλινος, ο Μουχρουτάς, τα παρεκκλήσια της Παναγίας και του Προφήτη Ηλία καθώς και ο Μανουηλίτης.

24. Mango, C., “The Palace of the Boukoleon”, Cahiers Archéologiques 45 (1997), σελ. 42, εικ. 2, σελ. 45, εικ. 5.

25. Müller-Wiener, W., Bildlexikon Zur Topographie Istanbuls (Tübingen 1977), σελ. 227.

26. Mamboury, E. – Wiegand, T., Die Kaiserpaläste von Konstantinopel zwischen Hippodrom und Marmara-Meer (Berlin – Leipzig 1934), σελ. 4, πίν. 11.

27. Mango, C., “Constantinopolitana”, Studies on Constantinople (London 1993), σελ. 318-319.

28. Mamboury, E. – Wiegand, T., Die Kaiserpaläste von Konstantinopel zwischen Hippodrom und Marmara-Meer (Berlin – Leipzig 1934), σελ. 6, πίν. 15.

29. Mamboury, E. – Wiegand, T., Die Kaiserpaläste von Konstantinopel zwischen Hippodrom und Marmara-Meer (Berlin – Leipzig 1934), σελ. 15, πίν. 25.

30. Mamboury, E. – Wiegand, T., Die Kaiserpaläste von Konstantinopel zwischen Hippodrom und Marmara-Meer (Berlin – Leipzig 1934), σελ. 13-14, πίν. 29.

31. Kautzsch, R., Kapitellstudien (Berlin – Leipzig 1934), σελ. 175.